Πέμπτη 20 Δεκεμβρίου 2012

ΨΗΛΑΦΩΝΤΑΣ ΣΤΟ ΛΑΒΥΡΙΝΘΟ ΤΟΥ ΚΑΤΕΡΓΟΥ



ΨΗΛΑΦΩΝΤΑΣ ΣΤΟ ΛΑΒΥΡΙΝΘΟ ΤΟΥ ΚΑΤΕΡΓΟΥ

 



ΜΠΡΟΣΟΥΡΑ

2001

Εισαγωγή

Ο καταιγισμός των νόμων και νομοσχεδίων αυτής της περιόδου (ασφαλιστικό, υγεία -περίθαλψη, εκπαίδευση, μετανάστες, εργασιακά, τρομονόμος και διαδηλώσεις), επιβάλλει, πέρα από την κατανόηση τους, μέσα από τα εργαλεία της ανάλυσης (που επιχειρείται σ΄αυτήν την έκδοση) και την ένταξη τους σε μια γενικότερη πολιτική της Κυριαρχίας. Τόσο σε εθνικό, όσο και σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο. Γιατί θα αποτελούσε αναλυτική παράλειψη να μην επισημανθεί το γεγονός ότι το είδος της (αντί-) κοινωνικής πολιτικής που εφαρμόζεται σε μια χώρα της ΕΕ αποτελεί κοινό παρονομαστή των αντίστοιχων πολιτικών των υπόλοιπων χωρών της Δύσης. Όλες οι πολιτικές που εφαρμόζονται στις καπιταλιστικά αναπτυγμένες χώρες βρίσκονται εντός του πλαισίου της αναδιάρθρωσης της καπιταλιστικής κυριαρχίας σε όλο το σώμα του πλανήτη. Βρίσκονται εντός του πλαισίου της διεθνοποίησης του κεφαλαίου, που συντελείται τα Τελευταία 15 τουλάχιστον χρόνια. Κανένα κράτος, καμία ένωση κρατών (ΕΕ) δε μπορούν να χαράξουν πολιτικές που να βρίσκονται εκτός αυτού του πλαισίου. Και να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι: το λεγόμενο «πάγωμα» π.χ. του ασφαλιστικού, που εξήγγειλε η κυβέρνηση, είναι απλός τακτικός ελιγμός. Αργά ή γρήγορα, ευθέως ή παραπλεύρως η κοινωνική και δημοσιονομική πολιτική της πρέπει να εφαρμοστεί. Όπως αποτελεί και απλό τέχνασμα επίδειξης κοινωνικού προφίλ, εκ μέρους της ΓΣΕΕ της ΑΔΕΔΥ και διαφόρων αριστερών, το αίτημα να αντληθούν πόροι για τα ασφαλιστικά ταμεία από την φορολόγηση των μεγάλων εισοδημάτων και των κερδών των επιχειρήσεων. Κάτι τέτοιο θα μείωνε την ανταγωνιστικότητα των καπιταλιστών της ελλάδας στο αδυσώπητο ευρωπαϊκό, και όχι μόνο, καπιταλιστικό πεδίο (λόγω μείωσης επενδύσεων και φυγής κεφαλαίου). Είναι αλήθεια λοιπόν ότι κάποιες πολιτικές αποτελούν μονόδρομο για τα ντόπια αφεντικά...

Γιατί στο παγκόσμιο τοπίο η καπιταλιστική σχέση αναδιαρθρώνεται, επαναδιατυπώνεται, εκμοντερνίζεται. Φύση, οικοσύστημα και άνθρωπος έχουν μετατραπεί σε προϊόντα της αγοράς (ακουλοθώντας ακόμη και ο άνθρωπος τον αναπόφευκτο κύκλο του προϊόντος: παραγωγή- χρήση- σκουπίδι). Ισχύει ότι «οι άνθρωποι δουλεύουν περισσότερο απ΄ όσο επιθυμούν, περισσότερο απ΄ όσο χρειάζεται για να αποκτήσουν αυτό που επιθυμούν- και συχνά, αυτό που επιθυμούν δεν το έχουν καν ανάγκη». Παρασυρόμενες από την αναδιαρθρωτική κίνηση της οικονομικής και πολιτικής Κυριαρχίας παράγονται και οι «νέες» έννοιες. Έτσι η εργασία ονομάζεται πλέον «απασχόληση» και ο εργάτης του σύγχρονου καπιταλισμού «απασχολούμενος», με την προσθήκη του «ύπο-», του «μερικά», του «ελαστικά», του «περιστασιακά» και υπό το πρίσμα της «δια βίου εκπαίδευσης» και κατάρτισης. Πως λοιπόν να διεξαχθεί μια τέτοια αναδιάρθρωση εάν η εξουσία δεν αλλάξει τον τρόπο π.χ. που «εκπαιδεύεται» η νεολαία, τον τρόπο που εργάζεται ο πολίτης και τον τρόπο που αντιλαμβάνεται την εργασία; εάν δεν πάρει πίσω κάποιες κοινωνικές παροχές που είχε αναγκαστεί να παρέχει το σοσιαλδημοκρατικό μοντέλο της προηγούμενης περιόδου της ανάπτυξης του καπιταλισμού;

Μέσω της διοικητικής μηχανής η Κυριαρχία διατρέχει το έδαφος και τους κοινωνικούς χώρους. Έτσι όπου ο τελευταίος βίαια καταμερίζεται, κατανέμεται, οργανώνεται, οι δομές της Κυριαρχίας διαχέονται. Στην ελλάδα η διάχυση αυτή των δομών της «νέας» Κυριαρχίας κατάλαμβάνει τόσο τον χώρο (μέσω του δημοσιονομικού συμμαζέματος της υπαίθρου με το σχέδιο Καποδίστρια και την προσπάθεια πλήρους επιτήρησης, ελέγχου, αστυνόμευσης στις πόλεις) όσο και τον χρόνο (νόμος για ασφαλιστικό, ρυθμίσεις εργασιακών σχέσεων - εύκολα γίνεται κατα νοητό ότι πυρήνας κάθε ανάλυσης της εργασίας περιέχει τον εργάσιμο χρόνο). Αναδιαρθρώνεται λοιπόν η ελληνική κοινωνία και ξαναορίζουν οι σοσιαλτεχνοκράτες ποιος έχει π.χ. δικαίωμα για περίθαλψη όταν αρρωστήσει, ποιος δικαίωμα και για τι είδους εργασία, ποιος και για τι είδους εκπαίδευση. Και είναι σχεδόν αυτονόητο ότι το δικαίωμα να διαμαρτύρεται δεν πρέπει να το΄ χει κανένας σιγά - σιγά. Έτσι το ελληνικό κράτος οπλίζεται για να επιβληθεί, όχι βέβαια με την πειθώ, αλλά όπως επιβαλλόταν πάντα, με μια ατελείωτη στριγκλιά. Με ασφυξιογόνα, ρόπαλα, τρομονόμους και με μηδενική ανοχή.

Από την άλλη στέκεται η κοινωνία, που έχει ως ένα από τα όπλα της την οργάνωση της απέναντι στις νέες επιθέσεις της Κυριαρχίας. Εδώ θέλουμε να διαχωριστούμε από την εσφαλμένη αντίληψη που ταυτίζει την δημοκρατία με το δικαίωμα σ΄ ένα κράτος πρόνοιας, με το δικαίωμα σε κοινωνικές παροχές. Εκτός απ΄ ότι το κράτος πρόνοιας έχει ήδη ξεπεραστεί ανεπιστρεπτί από το σημερινό στάδιο ανάπτυξης του καπιταλισμού, για μας κάθε κράτος (ακόμη και πρόνοιας) είναι ένας καταπιεστικός για την κοινωνία μηχανισμός στα χέρια των κυρίαρχων. Κάθε κράτος -δεξιό ή αριστερό- εκμεταλλεύεται, καταπιέζει εξευτελίζει. Δημοκρατία για μας είναι μόνο η άμεση δημοκρατία που την αποτελούν ενεργοί πολίτες, οι οριζόντιες ενώσεις των οποίων αποφασίζουν για την τύχη της κοινωνίας.

Είναι αλήθεια ότι τα κοινωνικά κινήματα βρίσκονται σε αδυναμία. Αδυναμία που πηγάζει από το αίσθημα της έλλειψης μιας κοινωνικής ουτοπίας που να μπορεί να γίνει πραγματικότητα. Αφού λοιπόν τίποτα δε φαίνεται, μέσα στον ισοπεδωτικό μεταμοντέρνο κυνισμό, να μπορεί να αλλάξει την υπάρχουσα καπιταλιστική θέσμιση, τα κινήματα αρκούνται σε μερικά αιτήματα τύπου αυξήσεις στους μισθούς και 15% για την παιδεία. Αρα αποδεικνύεται σοφή η ρήση του Γκυ Ντεμπόρ ότι «το παν είναι να ξαναβάλουμε την λέξη επανάσταση στα στόματα των ανθρώπων».

Συνδικαλισμός
Συνδικαλισμός & συνδικάτα
το αριστερό προσωπείο του καπιταλισμού...
Από τη στιγμή που εδραιώθηκε το καπιταλιστικό σύστημα παραγωγής, εργάτες και άλλοι εκμεταλλευόμενοι άρχισαν να αντιστέκονται στη λογική της αγοραπωλησίας της εργατικής τους δύναμης και κατ'επέκταση της ίδιας τους της ζωής. Παράλληλα είχαν να αντιμετωπίσουν και συνθήκες εξαθλίωσης που δεν άφηναν πολλά περιθώρια για αντίσταση. Αρχικά η αυθόρμητη και ατομική δράση δεν οδηγούσε σε άμεσα αποτελέσματα για όλους. Ο ΕΡΓΑΤΗΣ ΜΟΝΟΣ ΤΟΥ ΗΤΑΝ ΑΝΥΠΕΡΑΣΠΙΣΤΟΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΗ ΕΡΓΟΔΟΤΗ. Έτσι προέκυψε η ανάγκη για συλλογικές κινητοποιήσεις και συνδικαλιστική οργάνωση. Οι εργάτες άρχισαν απο τον 19ο αιώνα να οργανώνονται σε συνδικάτα που προωθούν τη συλλογική δράση και χρησιμοποιούν την απεργία σαν κύριο όπλο.

Συνδικαλισμός επομένως είναι η διαδικασία ένωσης των εργατών ή εργαζομένων με σκοπό την διεκδίκηση και υπεράσπιση των ταξικών συμφερόντων τους και την παράλληλη δράση ενάντια στην καπιταλιστική κυριαρχία.

Στην ελλάδα η πρώτη συγκρότηση συνδικάτου έγινε απο ναυτεργάτες στη Σύρο το 1879 με αίτημα την αύξηση των μισθών τους. Η ίδρυση σωματείων και συνδικάτων δεν ήταν απλή διαδικασία. Συνήθως η αναγγελία ιδρυσης συμπορευόταν με απειλές, απολύσεις και βία από μεριά των εργοδοτών που είχαν στη δούλεψη τους εκτός από την αστυνομία και ομάδες πληρωμένων τραμπούκων. Δικαιολογημένες οι ανησυχίες των εργοδοτών, γιατί εκείνη την εποχή ο συνδικαλισμός αν και συντεχνιακού χαρακτήρα, αποτελούσε σ'ενα βαθμό απειλή για την ησυχία και την τάξη μέσα στα εργοστάσια.

Μετά το τέλος του Β' παγκοσμίου πολέμου τα συνδικάτα θεσμοθετούνται από το κράτος. Ισχυροποιούνται και γίνονται τεράστιες οργανώσεις με χιλιάδες μέλη, απλώνονται παντού, με παρακλάδια σε κάθε πόλη και σε κάθε εργοστάσιο, αποκτώντας ιεραρχική δομή. Πρόεδροι, γραμματείς και ταμίες διαχειρίζονται τις υποθέσεις και τα οικονομικά. Οι εκπρόσωποι συνδικαλιστές είναι αυτοί που διαπραγματεύονται με τα αφεντικά. Έτσι η διαμεσολάβηση και η καθοδήγηση των αγώνων των εργατών σηματοδοτεί την αντίστροφη μέτρηση για το εργατικό κίνημα.

Σε ξεχωριστές περιπτώσεις όπως αυτές των IWW (Παγκόσμιοι Βιομηχανικοί Εργάτες) στην αμερική, που είχαν αναρχοσυνδικαλιστικό προσανατολισμό και των CNT και FAI στην ισπανία, στη γαλλία και στην ιταλία τεθήκαν διεκδικήσεις όπως η κατάργηση της εκμετάλλευσης (εργασία στον καπιταλισμό) και η επανάσταση. Και ενώ συνήθως τα συνδικάτα είχαν περιορισμένες διεκδικήσεις, ο αναρχοσυνδικαλισμός βασίστηκε πάνω στην αλληλεγγύη, στον ενθουσιασμό, στις ικανότητες αντίστασης των εργαζόμενων. Τα αναρχικά συνδικάτα είχαν οριζόντια δομή και στόχευαν στην οικειοποίηση των μέσων παραγωγής από τους ίδιους τους εργάτες. Αυτές οι μορφές του συνδικαλισμού καταδιώχτηκαν με μεγάλη μανία απο όλους τους καπιταλιστικούς θεσμούς και τα κυρίαρχα κόμματα (δεξιά και αριστερά). Τα μέλη τους φυλακίστηκαν, βασανίστηκαν, δολοφονήθηκαν πάνω στη βάση πλαστών κατηγοριών. Γεγονός που έχει σημαδέψει το εργατικό κίνημα παγκοσμίως είναι οι αναταραχές στο Σικάγο το 1886 με το αίτημα του οχταώρου, που κατέληξαν στον απαγχονισμό τεσσάρων αναρχοσυνδικαλιστών απο το αμερικανικό κράτος.

Σήμερα εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων ο συνδικαλισμός απότελεί την θεσμοθετημενη διαμεσολάβηση των αγώνων των εργατών που κατά κανόνα καθορίζεται από τις επιταγές των κυρίαρχων. Και αυτό οφείλεται τόσο στον τρόπο οργάνωσης των συνδικάτων (κάθετες ιεραρχικές δομές, συγκεντρωτικός τρόπος λήψεως αποφάσεων, κομματική προέλευση -και καριέρα- των συνδικαλιστών), όσο και στις διεκδικήσεις από τις οποίες απουσιάζει το ταξικό-επαναστατικό πρόταγμα, τα στοιχεία της αλληλεγγύης, ενώ ο χαρακτήρας τους είναι συντεχνιακός. Ο ρόλος των συνδικαλιστών διαφέρει από αυτόν τον εργατών : έχουν πλεον ξεχωριστή πολιτική, ξεχωριστό χαρακτήρα και ξεχωριστές λειτουργίες. Συνήθως δεν δουλεύουν , δεν εκμεταλλεύονται απο τους καπιταλιστές και ίσως το κυριότερο δεν απειλούνται απο την ανεργία. Τα συνδικάτα έχουν καταντήσει γραφειοκρατικές οργανώσεις που λειτουργούν σαν άλλοθι για την καπιταλιστική εκμετάλλευση και προβάλλουν το αριστερό προσωπείο του καπιταλισμού. Αναπτυσσόμενος λοιπόν ο συνδικαλισμός, πρέπει να έρθει απαραίτητα σε σύγκρουση με όσους εκμεταλλευόμενους εργάτες θέλουν πραγματικά να αμφισβητήσουν και να αγωνιστούν ενάντια στην ίδια την οργάνωση της εργασίας και του συστήματος υποταγής και επιβίωσης.

Η σύγκρουση όμως αυτή διεξάγεται με πολύ επιδέξιο τρόπο απο μεριά των συνδικαλιστών εργατοπατέρων και συγκαλυμμένη κάτω απο το πέπλο της ΠΡΟΟΔΟΥ, ΤΩΝ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ (που υποτίθεται οτι ταυτίζονται με τα συμφέροντα των εργαζομένων) και της ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΕΙΡΗΝΗΣ, ξεπουλάει και καταδικάζει κάθε αγώνα που ξεφεύγει απο τα καθορισμένα και επιθυμητα όρια

Έτσι, ένω σταδιακά τα εργατικά δικαιώματα περιορίζονται, τα συνδικάτα μιλάνε για οικονομική ανάπτυξη και ανάγκη θυσιών απο πλευρά των εργαζομένων. Οι πρόεδροι και γραμματείς των συνδικάτων θεωρούνται στοιχεία απαραίτητα στην καπιταλιστική κοινωνία.

Οι συνδικαλιστες θεωρούν καθήκον τους να ρυθμίζουν τις ταξικές συγκρούσεις και να εγγυούνται την ειρήνη μέσα στους χώρους εργασίας.

Παρακάτω περιγράφεται μια διπλή συγκρουση απο έναν επαναστάτη, τον Α. Παννενοκ. Οι εργαζόμενοι ενάντια στα αφεντικά και έπειτα ενάντια στα συνδικάτα : "...να εγερθούν ενάντια στους αρχηγούς τους και να απεργήσουν διεκδικώντας καλύτερες συνθήκες εργασίας, ρυθμούς πιο χαμηλούς, δικαίωμα να οργανωθούν. Τα συνδικάτα σπεύδουν σε βοήθεια τους. Και είναι εδώ που τα αφεντικα κάνουν χρήση της πολιτικής και της κοινωνικής τους εξουσίας. Διώχνουν τους απεργούντες, χρησιμοποιούν αστυνομίες και μισθοφόρους, φυλακίζουν τους αντιπροσώπους τους, δηλώνουν παράνομες τις χρηματικές ενισχύσεις. Ο τύπος των αφεντικών μιλά περι χάους, περι στάσεων, περι επανάστασης και κατασκευάζει την κοινή γνώμη ενάντια στους απεργούς. Έπειτα απο πολλούς μήνες σθεναρής αντίστασης και ηρωικών παθών, εξαντλημένοι και απογοητευμένοι, ανίκανοι να διπλώσουν τις ατσάλινες δομές του καπιταλισμού, οι εργάτες υποχωρούν αναβάλοντας για άλλους καιρούς τις διεκδικήσεις τους.

Η συγκέντρωση των κεφαλαίων εξασθενίζει την θέση των συδικάτων, ακόμη και στο εσωτερικό των κατηγοριών αυτών στις οποίες είναι πιο δυνατά. Παρά την σημαντικότητα τους, οι οικονομικές πηγές υποστήριξης των απεργούντων φαίνονται μηδαμινές μπροστά στις χρηματικές πηγές του αντίπαλου. Μια ή δυο νύχτες φτάνουν, ώστε να τις εξαντλησουν εντελώς. Το συνδικάτο είναι τότε ανίκανο να αγωνισθεί, ακόμη και σε αυτές τις περιπτώσεις στις οποίες το αφεντικό αποφασίζει να μειώσει τους μισθούς και να αυξήσει τις ώρες εργασίας. Δεν του απομένει παρα να αποδεχθεί τις μειονεκτικές συνθήκες τις επιβεβλημένες απο τα αφεντικά και η ικανότητα να διεξάγει διαπραγματεύσεις δεν χρησιμεύει απολύτως σε τίποτα. Σε αυτό το σημειο αρχίζουν οι προστριβές γιατί οι εργάτες θέλουν να αγωνιστούν. Αυτοί αρνούνται να καταθέσουν τα όπλα χωρίς να αγωνιστούν γιατί εχουν να χάσουν λιγότερα πράγματα εξεγειρόμενοι. Οι συνδικαλιστές διευθύνοντες, αντίθετα, έχουν πολλά να χάσουν: την χρηματική δύναμη των συνδικάτων και επίσης ακόμη την ίδια τους την ύπαρξη. Αυτοί θα προσπαθήσουν με κάθε τρόπο να απαγορεύσουν έναν αγώνα που θεωρούν χωρίς διέξοδο. Θα προσπαθήσουν να "πείσουν" τους εργαζόμενους, οτι είναι συμφέρον τους να αποδεχθούν τις συνθήκες εργοδοσίας. Τόσο ώστε, σε τελευταία ανάλυση, αυτοί φαίνονται για αυτό που είναι: επίτροποι των καπιταλιστών. Η κατάσταση είναι ακόμη χειρότερη όταν οι εργάτες επιμένουν να συνεχίσουν τον αγώνα χωρίς να θέλουν να λάβουν υπόψη τους τα συνδικαλιστικά συνθήματα. Σε αυτή την περίπτωση ολόκληρη η συνδικαλιστική δύναμη στρέφεται ενάντια τους εργαζομένους... "

Μια τέτοια δράση του συνδικαλισμού δεν είναι καθόλου σπανια και στην ελλάδα σήμερα. Τα κομματοποιημένα συνδικάτα (ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ,κλπ) είναι αδύνατο να δούν πέρα απο το καπιταλιστικό σύστημα. Ο προεδρος της ΓΣΕΕ, Χρήστος Πωλυζογόπουλος, είναι μέλος της κεντρικής επιτροπής του κυβερνώντος κομματος.

Ο γενικός γραμματέας της, Γιαννης Μανώλης, είναι μέλος της κεντρικής επιτροπής της ΝΔ, όπως επίσης κομματική καταγωγή έχουν και περισσότερα συνδικαλιστικά στελέχη ( ΠΑΣΚΕ-ΠΑΣΟΚ, ΔΑΚΕ-ΝΔ, ΔΑΣ-ΚΚΕ, Αυτ. Παρέμβαση-ΣΥΝ). Τα όρια της δράσης τους είναι στενά περιορισμένα. Κανένας αγώνας δε προκειται να ριζοσπαστικοποιηθεί ποτε. Η μοναδική τους λειτουργία τελικά είνα η διατήρηση της ειρήνης μέσα και έξω απο τους χώρους εργασίας, και αυτό σε βάρος των εργαζομένων, ακόμη και αν προφασίζονται οτι υπερασπίζονται με τον καλύτερο τρόπο τα συμφέροντα τους.

Ο ΕΚΦΥΛΙΣΜΕΝΟΣ ΑΥΤΟΣ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟΣ ΤΡΕΜΕΙ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΠΟΥ ΑΝΑΤΡΕΠΕΙ ΤΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕΤΑΞΥ ΑΦΕΝΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΑΤΩΝ. Είναι σίγουρο πως θα κινητοποιήσει όλες του τις δυνάμεις για να αντισταθεί σε αυτή και στην αυτοοργάνωση της εργασίας και της ζωής. Σε τελική ανάλυση Ο ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟΣ ΚΥΡΙΑΡΧΕΙ ΣΤΟΥΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ ΜΕ ΤΟΝ ΙΔΙΟ ΤΡΟΠΟ ΠΟΥ ΟΙ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΙΣ ΚΥΡΙΑΡΧΟΥΝ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ.

Ευθύνη για τις παραπάνω καταστάσεις έχουνε όλοι. Με την ανοχή και τη παθητικότητα διευκολύνεται απλά η δουλειά των συνδικαλιστών. Το καλύτερο όπλο απέναντι στα αφεντικά μας είναι η συντροφικότητα, η αλληλεγγύη, η αυτοοργάνωση και η επαναστατική συνείδηση μέσα και έξω από τους εργασιακούς χώρους. Να μην αφήσουμε κανένα να προσποιηθεί οτι αγωνίζεται, να πάρουμε τον αγώνα στα χέρια μας έξω απο τα επίσημα συνδικάτα.

Ελαστική εργασία - ελαστικοί άνθρωποι
Η Πρωτομαγιά στη γλώσσα των εργατών (και όχι των κυνηγών λουλουδιών) χρόνια τώρα συμβόλιζε μια σύγκρουση με τα αφεντικά, νικηφόρα για την εργατική τάξη. Στις δεκαετίες που μεσολάβησαν, το κεφάλαιο ακύρωσε σταδιακά τις συλλογικές αυτές κατακτήσεις παγκόσμια, ώστε να ξανατίθενται τα ίδια ζητήματα αξιοπρεπούς επιβίωσης.

Στον ελλαδικό χώρο, η φετινή πρωτομαγιά πρέπει να εορταστεί περισσότερο από το κράτος και το κεφάλαιο μιας και ετοιμάζονται να περάσουν μια σειρά από νομοσχέδια στην κατεύθυνση της αναδιάρθρωσης του εδώ οικονομικού μοντέλου με τα τελευταία υπολείμματα «κοινωνικού» κράτους να περιορίζονται μέσα στο παγκόσμιο ανταγωνιστικό περιβάλλον.

Νέες ρυθμίσεις ώστε η εργασία να απαντάει καλύτερα στα συμφέροντα της εργοδοσίας.

Νέοι νόμοι πάνω στον καλοστρωμένο δρόμο της υποχώρησης από τα συνδικάτα. Πράγματι, οι αρχισυνδικαλιστές της ΓΣΕΕ έχουν ήδη ξεκινήσει τις αγωνιστικές κορώνες και τις απειλές. Πόσες φορές χρειάζεται να ξεπουλήσουν τους αγώνες -που έχουν φροντίσει πρώτα να πάρουν εργολαβία - για να καταλάβει κανείς πως στα παρακλάδια των ίδιων μηχανισμών που στήρίζουν αυτό το σύστημα, δεν πρόκειται να βρεί πραγματικούς συμμάχους; Οι κοινωνικοί ανταγωνισμοί που είχαν θεωρηθεί ξεπερασμένοι, αναζωπυρώνονται και γεννούν -ξεκάθαρα για μας- την αναγκαιότητα για αδιαμεσολάβητους κοινωνικούς αγώνες.

ΙΔΙΑ ΠΙΤΑ -ΜΙΚΡΟΤΕΡΑ ΚΟΜΜΑΤΙΑ
Ο νέος νόμος Γιαννίτση για την απασχόληση -έτσι θα ονομάζεται στο εξής η εργασία- προβλέπει μια σειρά ρυθμίσεων για την πάταξη της ανεργίας ή μάλλον για τη δίκαιη μοιρασιά της...

Μείωση υπερωριών. Η υπερωρία των 5-8 ωρών την εβδομάδα πάνω από το συμβατικό 40ωρο με προσαύξηση κατά 25% του ωρομισθίου, μειώνεται σε 3 μόνο ώρες με προσαύξηση 50%. Μπορεί να φτάσει και μέχρι 120 ώρες, μετά όμως από το όριο αυτό, ανεβαίνει στο 75%, ενώ οι παραπάνω παράνομες υπερωρίες κοστολογούνται 250% πάνω. Στόχος είναι να ακριβαίνει ο υπερωριακά απασχολούμενος εργαζόμενος και να εχει κίνητρο ο εργοδότης να καταφύγει σε πιο συμφέρουσα λύση, κάτι σε χαμηλόμισθο, μερικά απασχολήσιμο, να βγάζει κι αυτός ένα χαρτζιλίκι με λίγες ωρίτσες δουλειά.
Στο ίδιο πλαίσιο κινητροδότησης είναι και η:

Μείωση των ασφαλιστικών εισφορών του εργοδότη κατα 2%. Μία ακόμη υποχώρηση ώστε ο εργάτης να είναι φτηνός και να συμφέρει (ούτως ή άλλως το 50% των εισφορών για κάθε νεοπροσληφθέντα, εκπίπτει απ τη φορολογία στα κέρδη της επιχείρησης). Ο καλός εργάτης όμως εκτός από φτηνός, θα πρέπει να είναι ευέλικτος, ελαστικός, σχεδόν πλαστελίνη:
Ελαστικό ωράριο - ετήσια διευθέτηση του χρόνου εργασίας. Δίνεται η δυνατότητα στον εργοδότη, να διαχειρίζεται 138 εργατοώρες το χρόνο (προς το παρόν) ανάλογα με τις ανάγκες της επιχείρησης, δηλαδή να δουλεύουν οι εργαζόμενοι πάνω από το συμβατικό ωράριο αν υπάρχει πολλή δουλειά και λιγότερο όταν δεν υπάρχει. Ο εργοδότης θα κάνει έτσι ακόμα καλύτερη οικονομία πάνω στους εργαζόμενούς του. Μπορεί να μεταφέρει τις ώρες που η δουλειά είναι λάσκα και οι ρυθμοί χαλαρώνουν, στις περιόδους που υπάρχει φόρτος εργασίας και κανονικά οι εργαζόμενοι θα δούλευαν υπερωρίες. Μόνο που τώρα δε θα τις πληρώνονται ως υπερωρίες αφού πλέον λογαριάζονται ως κανονικές εργάσιμες ώρες.
Όσο για το επιπλέον προσωπικό που θα καλύπτει τις τρύπες της παραγωγής, τους «μερικά απασχολήσιμους» που θα μπορούμε πια υπερήφανα να παραλείπουμε από τα ποσοστά ανεργίας, υπάρχουν ρυθμίσεις «επαναστατικές»: προσαύξηση 7,5% του μισθού για όσους δουλεύουν ως 4 ώρες τη μέρα, (π.χ. με το ωρομίσθιο του ανειδίκευτου που βρίσκεται στις 850 δρχ., οι περίπου 68.500 δρχ. το μήνα ανεβαίνουν στις 73.000 δρχ., ένα πεντοχίλιαρο δηλαδή που με τις αυξήσεις στα τσιγάρα θα καλύπτει ίσα ίσα τα έξοδα για αναπτήρες). Για τους μακροχρόνια άνεργους που θα ξεπερνούν το όριο των 4 ωρών, θεσπίζεται ένα 30χίλιαρο από τον ΟΑΕΔ. Η λογική της κρατικής φιλανθρωπίας (βλέπε κοινωνικά ψιχουλοεπιδόματα απο τις περικοπές της άμυνας) βασιλεύει. Δεν αυξάνει, απλά ξαναμοιράζει τις θέσεις εργασίας ανάμεσα στους εργαζόμενους, ώστε όλο και περισσότεροι να δουλεύουν λιγότερες ώρες και για λιγότερα φυσικά χρήματα.
Βέβαια η κακοπληρωμένη μερική απασχόληση και τα ελαστικά ωράρια δεν αποτελούν καμία έκπληξη σαν όροι εργασίας. Εδώ και μία δεκαετία τουλάχιστον εκατοντάδες εργαζόμενοι στον τριτογενή τομέα βιώνουν τις συνθήκες εκμετάλλευσης που θεσμοθετούνται σήμερα πάνω σε ένα εξασθενημένο εργατικό κίνημα.

Την εικόνα των νέων εργασιακών σχέσεων συμπληρώνει το καθεστώς απολύσεων. Για επιχειρήσεις λοιπόν που απασχολούν μέχρι 20 άτομα (τη μεγάλη πλειοψηφία στον ελλαδικό χώρο), συνεχίζει να μην υφίσταται κανένα όριο απολύσεων. Από 20 ως 200 άτομα (αντί του 20 ως 50 που ίσχυε μέχρι τώρα), ο εργοδότης μπορεί να απολύει μέχρι 4 άτομα (αντί για 5), ενώ για 200 και πάνω άτομα εργατικό δυναμικό, μπορεί να απολύει το 2-3%, μέχρι 30 άτομα δηλαδή. Αν τα βάλει κάτω κανείς αντιλαμβάνεται ότι αυξάνονται τα όρια απόλυσης. Πράγματι δε νοούνται εργασιακές σχέσεις όπως τις ξέρουμε στον καπιταλισμό, χωρίς εφεδρείες ανέργων έτοιμων να αλλάξουν θέσεις με όσους έχουν εργασία -ένα πεδίο ανασφάλειας και απειλής ώστε οι όροι να μπαίνουν αναντίρρητα μονάχα από τα αφεντικά. Τα επιδόματα ανεργίας τέλος, θα δίνονται όλο και σε λιγότερους, σε όσους ταιριάζουν στους περίπλοκους όρους πόσων-ωρών-εργασίας-πριν-από-πόσους-μήνες-πριν-την-απόλυση. Κάπως έτσι διαμορφώνει τα εργασιακά δεδομένα το νέο νομοσχέδιο σε μια πρώτη ανάγωση.

Μπορούμε λοιπόν να είμαστε για μια ακόμη φορά περήφανοι καθώς τα ντόπια αφεντικά καταφέρνουν μέσω της αναδιάρθρωσης των εργασιακών σχέσεων να φανούν αντάξιοι στις υψηλές απαιτήσεις της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας, θέτοντας έτσι τις βάσεις για τη δημιουργία ενός ανταγωνιστικού οικονομικού μοντέλου, ικανό να κυριαρχήσει μαζί με τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά. Τι σημαίνει όμως αυτή η τροποποίηση των μοντέλων εκμετάλλευσης για το μεγαλύτερο κομμάτι της κοινωνίας; Την διεύρυνση των μορφών επιβολής των αφεντικών πάνω στους μισθωτούς σκλάβους και τη διείσδυση του καπιταλισμού σε όλες τις πτυχές της ανθρώπινης ζωής. Οι ανάγκες της αγοράς και κατ΄επέκταση των εργοδοτών είναι αυτές που θα καθορίζουν τη διάθεση του χρόνου μας και όχι οι πραγματικές ανάγκες και επιθυμίες του καθενός. Οι νέοι και ανειδίκευτοι (χαμηλόμισθοι) οι οποίοι πλήττονται περισσότερο από το νέο νομοσχέδιο, θα είναι αναγκασμένοι, ως μερικά απασχολήσιμοι, από τη μια να ψάχνουν συνεχώς για δεύτερη και τρίτη δουλειά για να τα βγάλουν πέρα περιπλανώμενοι από τον ένα εργασιακό χώρο στον άλλον και από την άλλη να τρέχουν σε ΙΕΚ και προγράμματα κατάρτισης, με δικιά τους πάντα ευθύνη, αποσκοπώντας στη διαρκή προσαρμογή τους στις ανάγκες του συστήματος.

Έτσι θα ζούνε μ΄ενα έντονο αίσθημα ανασφάλειας και κατακερματισμού της προσωπικότητάς τους. Αυτό είναι πολύ βασανιστικό, απο τη στιγμή που το ανταγωνιστικό περιβάλλον της εργασίας δεν αφήνει κανένα περιθώριο για την οποιαδήποτε μορφή κοινωνικοποίησης μέσα στο χώρο της δουλειάς, με αποτέλεσμα ο καθένας να αναλώνεται σε ατομικές διεκδικήσεις, εξανεμίζοντας κάθε ελπίδα για οργάνωση συλλογικής αντίστασης. Η αποδοτικότερη εκμετάλλευση του εργάσιμου χρόνου θα έχει σαν απαραίτητη προυπόθεση την μαζική συναίνεση των εργαζομένων, οι οποίοι θα γίνουν ακόμη πιο φρόνιμοι, ευγνώμονες, πειθήνιοι, υποχωρητικοί, θα συνθέτουν δηλαδή την εικόνα του τέλειου υπήκοου. Μέσα σ΄ενα κλίμα κοινωνικής συνοχής και ειρήνης, στη διατήρηση του οποίου θα συμβάλλει η πλασματική μείωση της ανεργίας, τα εξουσιαστικά καθάρματα θα διαχειρίζονται χωρίς πολλές αντιδράσεις τους εξαθλιωμένους εργαζόμενους, αποφεύγοντας τις οξύνσεις των κοινωνικών ανταγωνισμών και κάθε είδους κοινωνική έκρηξη. Βέβαια δεν έχουμε την ψευδαίσθηση ότι η μέχρι σήμερα οργάνωση της εργασίας συνιστούσε έναν εργασιακό παράδεισο, αλλά το νέο νομοσχέδιο αναμφισβήτητα σφίγγει ακόμη περισσότερο της αλυσίδες της μισθωτής σκλαβιάς.

Γι΄αυτο είναι ανάγκη όσο ποτέ να ξεπεράσουμε τα συντεχνιακά αιτήματα και τους τεχνητούς διαχωρισμούς που επιτηδευμένα επιβάλλει το κεφάλαιο για να αφήνουν κενά για τη μεσολάβηση των συνδικαλιστών και τη χειραγώγηση κάθε μορφής αυτοοργανωμένης αντίστασης. Να οργανωθούμε συλλογικά από τη βάση και να επιδοθούμε σ΄εναν καθημερινό αγώνα μέσα στους χώρους εργασίας, προβάλλοντας μαζί με τις όποιες διεκδικήσεις μας, απελευθερωτικά προτάγματα για την συνολική ανατροπή του υπάρχοντος συστήματος. Μόνο τότε θα είμαστε σε θέση να μιλάμε για δικαίωμα αυτοδιάθεσης και αυτοκαθορισμού αντί για δικαίωμα στην εργασία και να οραματιζόμαστε μια ζωή με αξιοπρέπεια που η οργάνωσή της θα στηρίζεται σε αξίες όπως ισότητα και αλληλεγγύη. Είναι καιρός να πάψει πια η ζωή μας να οργανώνεται αποκλειστικά και μόνο με βάση την μισθωτή εργασία. Ενάντια στο ξεπούλημα του σώματος, της δημιουργικότητας, της φαντασίας, της σκέψης, όλης μας της ύπαρξης. Ενάντια στην εργασία όπως αυτή οργανώνεται από τους βάρβαρους καπιταλιστές. Εργασία σύμφωνα με τις ανάγκες της κοινωνίας και όχι με το κέρδος των αφεντικών, με τα μέσα παραγωγής στα χέρια των εργατών.

ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟ 2001 - η ζωή αρχίζει μετά τα 65
...όχι ότι πρίν άρχιζε και πολύ νωρίτερα για τους αιχμάλωτους της μισθωτής δουλείας, ούτε οτι οι συντάξεις εξασφάλιζαν αξιοπρεπή διαβίωση και ασφάλεια στα γηρατειά. Τα νέα μέτρα όμως στο ασφαλιστικό, δείχνουν ένα ακόμα σκληρότερο εργασιακό τοπίο, όπου η απομύζηση του εργαζόμενου παρατείνεται κάποια χρονάκια, για τα οποία όμως «αποζημιώνεται» με αισθητά πενιχρότερη σύνταξη. Από που προήλθε αυτή η εμπνευση;

Οι διεθνείς συνδιασκέψεις, οι βρετανοί και ο παππούς
Τόσο το Φλεβάρη στη συνοδο κορυφής του Νταβός, όσο και το Μάρτη στην έκτακτη σύνοδο κορυφής των 15 της Ευρώπης στη Στοκχόλμη, αιχμή των σχεδιασμών των αφεντικών αποτέλεσε το ασφαλιστικό. Συνεχίζοντας τις αλληλοδεσμεύσεις γύρω από το θέμα αυτό που είχαν πάρει στη Νίκαια το Δεκέμβρη και που πρόκειται να επικυρώσουν τον προσεχή Ιούνη στη σύνοδο του Γκέτεμποργκ (μα τόση φασαρία για τις 90 χιλιάδες του παππού;), οι ειδικοί κατασκευαστες της αναδιάρθρωσης αποφάνθηκαν: ο πληθυσμός της ευρώπης γερνάει σε βάρος της παραγωγικότητας. Οι συντάξεις επιβαρύνουν το ΑΕΠ και την αγορά εργασίας, αρα το μοντέλο της κοινωνικής ασφάλισης πρέπει να αναπροσαρμοστεί σύμφωνα με τους κανόνες της ελεύθερης αγοράς, με αυξήσεις του ορίου συνταξιοδότησης και «βιώσιμα» ταμεία. Βέβαια με την ανεργία στους νέους να αγγίζει σε πολλές χώρες το 30%, πώς περιμένουν να γίνεται αναδιανομή των χρημάτων από τους εργαζόμενους στους συνταξιούχους; Στη Γαλλία, όταν η ανεργία μειώθηκε στο 9%, τα ταμεία απέβησαν πλεονασματικά χωρίς να αλλάξει ο συντελεστής γήρανσης (ελευθεροτυπία 16/2/01). Δε βάζουμε εδώ κανένα αίτημα μείωσης της ανεργίας στα πλαίσια του καπιταλισμού, απλά δεν υπάρχει λόγος να μας δουλεύουν κι από πάνω. Στην ελλάδα, σύμφωνα με στοιχεία του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ ένας στους τέσσερις εργαζόμενους είναι ανασφάλιστος, ενώ το 70% των συνταξιούχων του ΙΚΑ βρίσκεται στα κατώτατα όρια.

Αφού γερνάει λοιπόν ο πληθυσμός και δε συμφέρει, ας γερνάει τουλαχιστον δουλεύοντας, αποδίδοντας κέρδη. Το δε σύστημα αναδιανομής που λειτουργούσε, με τη μια γενιά να δουλεύει συντηρώντας την επόμενη (κοινωνικό μοντέλο «αλληλεγγύης των γενεών»), τείνει να αλλάξει σε κεφαλαιοποιητικό-ανταποδοτικό (επένδυση των ασφαλιστικών εισφορών σε κεφαλαιαγορές-εισπραξη των κερδών). Προκειται για μια αλλαγή που ξεπερναει το οικονομίστικο γιατί εισάγει νέες αξίες, αυτές της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας, στον κοινωνικό χώρο της ασφάλισης, και συνδέει την εξασφάλιση της σύνταξης με την ομαλή πορεία της νέας οικονομίας.

Προκειμένου ο ελλαδικός χώρος να προσαρμοστεί στα νέα αυτά δεδομένα, η κυβέρνηση προσέλαβε βρετανούς εμπειρογνώμονες της Government΄ s Actuarys, οι οποίοι αποφάνθησαν: το ταμείον είναι μείον. Πράγματι οι απώλειες των αποθεματικών των ταμείων στο διάστημα 1950-1990, ανέρχονται σε 13-15 τρις και στα προσεχή χρόνια προβλέπεται «αδιέξοδο», το οποίο το κράτος δεν είναι διατεθειμένο να καλύψει γιατί προέχει η μείωση του δημόσιου χρέους για την οικονομική σύγκλιση (ΟΝΕ δε μου θέλατε;). Από την άλλη τα δημόσια οικονομικά επιβαρύνονται χωρίς περιστροφές όταν προκειται να ξοδευτούν για ολυμπιάδες, για μεγαλοιδεατικά έργα, για εξοπλισμούς.

Για την ιστορία πάντως, μεγάλο μέρος των απωλειών οφείλεται στις υποχρεωτικές καταθέσεις των ταμείων στην τράπεζα της ελλαδος, κονδύλια τα οποία δανείζονταν μετά οι επιχειρήσεις για να τα επενδύσουν και τις περισσότερες φορές να μην τα επιστρέψουν ποτέ. Ομοίως κρατική ευθύνη υπάρχει για τη μη καταβολή των οφειλόμενων από τη νομοθετημένη τριμερή χρηματοδότηση, για τη λεηλασία κεφαλαίων από τα ταμεία προκειμένου να οδηγηθούν στο χρηματίστήριο, για τις ανασφάλιστων μεταναστών και μη. Λεπτομέρειες. Το πορίσμα των βρετανών το οποίο ευλαβικά ακολουθεί το ελληνικό κράτος, βλέπει σαφώς στην εργατική τάξη το πρόβλημα άρα και τη λύση του:

Οι αλλαγές

Γενική αυξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης στα 65 χρόνια ή στα 40έτη ασφάλισης, χωρίς όριο ηλικίας (από τα 55-65 ετη/35ετία). Κατάργηση των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων
Το ύψος της σύνταξης μειώνεται σε 60% του μισθού η κύρια και 20% η επικουρική (από 80%-20% αντίστοιχα).
Ο υπολογισμός της σύνταξης γίνεται βάσει των συνταξιοδοτικών αποδοχών των καλύτερων 10 ετών της τελευταίας 15ετίας. Με αυτό το μέτρο οι συντάξεις προβλέπεται να μειωθούν κατα 25-50%, ενώ αν μεσολαβήσει χρόνος ανεργίας κατα τη διάρκεια των ετών αυτών οι ασφαλιστικές αποδοχές μειώνονται δραματικά.
Η κατώτερη σύνταξη από 122.000 (ή 152.000 ΕΚΑΣ) αναπροσαρμόζεται σε 90.000 για όσους έχουν κι άλλα εισοδήματα (που οι περισσότεροι έχουν, αλλιώς πώς διάολο θα την έβγαζαν;) και 152.000 σε αυτούς χωρίς άλλους πόρους.
Τα βαρέα ανθυγιεινά επαγγέλματα επανεξετάζονται, ώστε τα περισσότερα να θεωρηθούν υγειινά, υγεινότατα και να ακολουθήσουν τις ρυθμίσεις που θα ισχύουν για τα υπόλοιπα υγειινά επαγγέλματα.
Τα περίπου 200 ταμεία με τα χρέη τους και με τα όλα τους, συγχωνεύονται σε 8. Καλά ξεμπερδέματα. Τους δίνονται κίνητρα (φοροαπαλλαγές) για σχήματα κεφαλαιοποιητικής ασφάλισης (που λέγαμε...).
Παράλληλα στρώνεται ο δρόμος για την ιδιωτική ασφάλιση. Για τους δύσπιστους, το σχήμα που αντιγράφουν στην έκθεση τους οι βρετανοί από τη διεθνή τράπεζα διακρίνει 3 διαφορέτικές συντάξεις, 3 πυλώνες όπως τους ονομάζει. Ο πρώτος, αφορά μια γενική κατώτατη συνταξη που θα εισπράτουν όλοι οι συνταξιούχοι, σα να λέμε κύρια συνταξη. Ο δεύτερος, αφορά μια επιπλέον που θα εισπράττουν όσοι εργαζόμενοι δέχονται να τη χρηματοδοτήσουν με ειδικές εισφορές, σα να λέμε την επικουρική. Κι ο τρίτος ο καλύτερος που θα αναπτυχθεί όπως διαβάζουμε στη δεύτερη έκθεση των βρετανών, αφορά τη συνταξη που θα δίνεται σε όσους προσφεύγουν στην ιδιωτική ασφάλιση, σα να λέμε καλομελέτα κι έρχεται... Πράγματι με τις μειωμένες συντάξεις στα 65, με την υγεία να πωλείται όλο και ακριβότερα, δε θα φτάνει να στα παίρνει μια ζωή το κράτος, καλό θα είναι να στα παίρνουν και οι ασφαλιστικές.

Στρώνοντας το δρόμο
Για να μετριαστούν οι αντιδράσεις, φροντισαν να εξαγγείλουν πρώτα τα μέτρα κοινωνικής προστασίας (sic), τα επιδόματα φιλανθρωπίας δηλαδή, και να διασπάσουν τους εργαζόμενους σε αυτούς που τα μέτρα περιλαμβάνουν και σ΄ όσους δεν τους «πιάνουν» (όσοι βγαίνουν στη σύνταξη πριν το 2007). Ομως η πολιτική κρίση που ακολούθησε μετα τις μαζικές κινητοποιήσεις και τα εσωκομματικά φαγώματα, είχε σαν αποτέλεσμα το πάγωμα του νομοσχεδίου (μετατίθεται μετά το 2006 η περικοπή των συντάξεων-παρατείνεται ο διάλογος μέχρι το τέλος του 2001). Ηταν οι αντιδράσεις εκρηκτικότερες απ΄ οτι υπολόγιζαν (κάποιες αντιδράσεις σίγουρα υπολογιζαν, χρόνια στο συνδικαλιστικό κουρμπέτι) και τα μάζεψαν όπως-όπως, προκειμένου να σώσουν την εκλογική τους πελατεία; Ηταν η αναδίπλωση προβλεπόμενη, δοκίμαζαν τα αντανακλαστικά έχοντας έτοιμα τα σχέδια υποχώρησης, έριξαν,δηλαδή, τις πιο ακραίες θέσεις με σκοπό να υποχωρήσουν σε κάποιες από αυτές και, όταν τελικά περάσουν τις ρυθμίσεις που θέλουν, η κοινωνική δυσαρέσκεια να είναι μετριασμένη; Οπως και να εχει το πράγμα, ένα είναι σίγουρο: προκειται για τακτική υποχώρηση και το μπαλάκι ρίχνουν τώρα στη ΓΣΕΕ και τον «κοινωνικό» διάλογο. Καλείται λοιπόν η ΓΣΕΕ να προτείνει εναλλακτικές λύσεις για τη βιωσιμότητα του συστήματος την ίδια στιγμή που το οικονομικό επιτελείο του πασοκ δεν κρύβει την άποψη ότι οι υποχωρήσεις δε θα αλλοιώσουν το χαρακτήρα των αρχικών κυβερνητικών προτάσεων. Η 40ετία και το όριο στα 65 που ήδη εφαρμόζεται στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, είναι από τα πράγματα που δεν είναι διατεθειμένοι να υποχωρήσουν. Η συζήτηση περιστρέφεται γύρω την εύρεση πόρων. Η ΓΣΕΕ τάσσεται κατα των έμμεσων φόρων (ο Παπαντωνίου πρότεινε μεταξύ άλλων τα έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις κρατικών επιχειρήσεων - ενα εμπνευσμένο χρύσωμα του χαπιού...) και υπερ της άμεσης φορολόγησης των υψηλών εισοδημάτων. Την ίδια στιγμή η κυβέρνηση είναι δεσμευμένη από τους γενικούς προσανατολισμούς της οικονομικής πολιτικής στην ευρωζώνη που όχι μόνο δεν είναι διατεθειμένη να προχωρήσει σε αυξήσεις στη φορολογία, αλλα κινείται προς την ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση (αλλιώς θα έχει εκροή κεφαλαίων). Ο διάλογος κινείται με μαθηματική ακρίβεια, λοιπόν, προς την απόρριψη των «μη βιώσιμων» λύσεων των «αντιπροσώπων» των εργαζομένων και την επιστροφή της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης κομματάκι εξωραϊσμένη, όπως έχει ξανασυμβεί και όπως θα ξανασυμβεί όσο τα συνδικάτα σύρονται σε διαπραγματεύσειςμε τα αφεντικά τους, από τα συνδικαλιστικά αφεντικά τους.

Your problem...
Το πλαίσιο αλλαγών που βλέπουμε ξεκάθαρα να επιβάλλουν τα αφεντικά στην οικονομία και την κοινωνία, θέλει το προβλημα της διαβίωσης του καθενός να αποτελεί δικό του πρόβλημα, τη λύση του οποίου θα αναζητήσει για μια ακόμη φορά ατομικά στο ατομικό ασφαλιστικό συμβόλαιο, στο κομπόδεμα, στην επένδυση στο χρηματιστήριο, άντε και στην οικογένεια.

Αντίθετα, η όποια κρίση του κεφαλαίου, ο όποιος βήχας των αγορών, αποτελεί πρόβλημα που θα αναζητήσει τις λύσεις του μέσα από την κοινωνία, θα την εξαναγκάσει σε θυσίες και παραχωρήσεις προκειμένου να διατηρηθεί η ασύδοτη ισορροπία του καπιταλισμού. Το δε κράτος ξεφορτώνεται σιγά-σιγά το προσωπείο του κράτους πρόνοιας και θεσμοθετεί απροκάλυπτα τα συμφέροντα του κεφαλαίου πάνω από αυτά της κο-ινωνίας. Φροντίζει να εκτονώνει τις κρίσεις και να κρατάει τις ισορροπίες, για να μην εκτονωθεί η κοινωνική οργή. Οι εργατοπατέρες είναι εκεί για να αποπροσανατολίσουν τα κινήματα από την αδιάλλακτη στάση και να κατορθώσουν με παζάρια την ομαλότερη επιβολή των πλεον αντικοινωνικών μέτρων. Οι μεγαλύτερες αντεπιθέσεις της εργατικής τάξης έγιναν όταν η δυναμική της ξεπερνούσε αυτή των θεσμοθετημένων οργάνων της.

Το κίνημα που έχει δημιουργηθεί έχει να παίξει ένα μεγάλο στοίχημα αν θα καταφέρει να συνδεθεί με τους ανασφάλιστους, τους ανέργους, τους φοιτητές, τους μετανάστες και να σταθεί αδιάλλακτο δημιουργώντας ρήγμα στα σχέδια της αναδιάρθρωσης. Κι αυτό σίγουρα δε γίνεται με τα παζάρια του κοινωνικού διαλόγου της ΓΣΕΕ.

Δεν είναι καλύτερη και δικαιότερη κρατική παρέμβαση αυτό που προσδοκούμε και οραματιζόμαστε. Το μέλλον που μας ετοιμάζουν είναι μαύρο. Οφείλουμε να αντεπιτεθούμε με όπλα τη συλλογικότητα, την αυτοοργάνωση, την αλληλεγγύη. Κάθε πισωγύρισμα και υπαναχώρηση στην αγωνιστικότητα και ριζοσπαστικότητα των αιτημάτων μας, πληρώνεται με ακόμα στυγνότερη εκμετάλλευση από τους εξουσιαστές.

"Βελτίωση και εκσυγχρονισμός του εθνικού συστήματος υγείας"
... είναι ο τίτλος που φέρει το νέο νομοσχέδιο για την υγεία που κατατέθηκε στη βουλή πριν μερικούς μήνες. Σύμφωνα με τη μελέτη των εμπειρογνωμόνων το υπάρχον σύστημα υγείας χωλαίνει και τα κυριότερα προβλήματα αφορούν:

"...την ελλιπή οργάνωση και λειτουργία, τη χαμηλή αποδοτικότητα και αποτελεσματικότητα, την ανισότητα στην ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών, τον πληθωρισμό του ιατρικού επαγγέλματος, την ανεξέλεγκτη ανάπτυξη και λειτουργία του ιδιωτικού τομέα, τις παγιωμένες αντιλήψεις, συμπεριφορές και πρακτικές...". Κατέληξαν λοιπόν ότι αφού και πολύτιμοι πόροι κατασπαταλούνται και οι πολίτες ταλαιπωρούνται και οι περίφημες βασικές αρχές του ΕΣΥ του ΄83 -περί ολοκληρωμένης, καθολικής και ισότιμης φροντίδας και περίθαλψης- καταστρατηγούνται, πρέπει να επέμβουν και μάλιστα δραστικά.

Παρουσιάζονται εδώ οι βασικότερες αλλαγές που προωθούνται και οι οποίες σηματοδοτούν την καινούργια πορεία πλεύσης όσον αφορά ένα από τα σημαντικότερα κοινωνικά αγαθά, την υγεία:

Επιχειρείται αποκέντρωση του συστήματος με την ίδρυση του Περιφερειακού Συστήματος Υγείας, που προβλέπει αυτόνομη λειτουργία σε διοικητικό και οικονομικό επίπεδο των μονάδων υγείας, δηλαδή των νοσοκομείων και των κέντρων υγείας (υπαίθρου και αστικού τύπου πολυιατρείων).
Καθιερώνεται η πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας (ΠΦΥ) με το θεσμό του προσωπικού γιατρού, στον οποίο θα πρέπει υποχρεωτικά να απευθύνεται ο κάθε ασθενής προκειμένου αυτός να τον παραπέμψει για περαιτέρω αντιμετώπιση.
Συντάσσεται η Χάρτα Δικαιωμάτων του ασθενούς και καταρτίζεται ο Υγειονομικός Χάρτης της χώρας.
Εφαρμόζεται και στην πράξη η πλήρης και αποκλειστική απασχόληση των πανεπιστημιακών γιατρών.
Μέχρι εδώ αυτό το κείμενο θα μπορούσε να είναι και τμήμα ενός ενημερωτικού φυλλαδίου του υπ. υγείας στο πλαίσιο της επικοινωνιακής πολιτικής που ακολουθεί. Κι αυτό γιατί οι μεταρρυθμίσεις που προαναφέρθηκαν -οι οποίες φαινομενικά συμπίπτουν με πάγιες διεκδικήσεις των εργαζομένων στο χώρο της υγείας- είναι η μισή αλήθεια. Η άλλη μισή που συνθέτει το ολόκληρο ψέμα τους, θα μπορούσε να έχει και ως εξής:

Η διοίκηση όλων αυτών των αποκεντρωμένων και αυτόνομων μονάδων υγείας ανατίθεται σε διορισμένους από την κυβέρνηση Γενικούς Διευθυντές και Διοικητές-μάνατζερ. Αυτοί θα παίρνουν οποιαδήποτε απόφαση αφορά τη μονάδα υγείας και θα είναι υπεράνω οποιασδήποτε σχέσης και άσκησης ελέγχου από τη βάση των εργαζομένων και της κοινότητας. Κι αυτό γιατί αφενός καταργούνται τα αντίστοιχα όργανα των εργαζομένων (επιστημονικές επιτροπές κλπ ), αφετέρου η βασική υποχρέωση των διοικητών θα είναι να λογοδοτήσουν στον πολιτικό προιστάμενό τους, σεβόμενοι το συμβόλαιο αποδοτικότητας που θα υπογράφουν με το διορισμό τους.
Τους πόρους των ταμείων θα διαχειρίζεται ο Οργανισμός Διαχείρισης Πόρων (ΟΔΙΠΥ) που δημιουργείται ως Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου, ο οποίος θα «αγοράζει» υπηρεσίες από το ΕΣΥ και τους ιδιώτες με «κριτήρια ποιότητας και κόστους».
Όσοι δεν είναι δικαιούχοι του ΟΔΙΠΥ, βλέπε ασφαλισμένοι σε μη συμβεβλημένα ταμεία, αλλά και ολόκληρες πληθυσμιακές ομάδες όπως ανασφάλιστοι και αλλοδαποί μετανάστες, θα πληρώνουν στο ακέραιο κάθε είδους περίθαλψη που θα τους παρέχεται. Παρένθεση: οι εργαζόμενοι στην υγεία χρίζονται πλέον επίσημα ρουφιάνοι, δεδομένου ότι πρέπει να παραδώσουν στους μπάτσους τους παράνομους μετανάστες, αφού πρώτα τους δείξουν το δρόμο προς το ταμείο όπου θα πληρώσουν για τις υπηρεσίες που τους παρασχέθηκαν. Και δε θα είναι οι μόνοι που θα πληρώνουν. Και οι ασφαλισμένοι, επειδή μάλλον δε φτάνουν όλες αυτές οι ασφαλιστικές εισφορές, οι κρατήσεις και οι φόροι που δίνουν στο κράτος, θα βάζουν το χέρι στην τσέπη και στις εξής περιπτώσεις:

Αν προσέλθουν σε κάποια μονάδα υγείας με δική τους πρωτοβουλία, χωρίς προηγουμένως να έχουν απευθυνθεί στον προσωπικό τους γιατρό. Κι εδώ ένα σχόλιο γι΄ αυτό τον κομβικό για την αποκεντρωμένη λειτουργία του συστήματος ρόλο: η άλλη όψη του νομίσματος της αποκέντρωσης είναι η οικονομικότερη διαχείριση των αναγκών της υγείας του πληθυσμού, καθώς τους έρχεται φθηνότερα να αντιμετωπίζουν τα προβλήματα πρώτα περιφεριακά μέσω του προσωπικού γιατρού, χωρίς όμως να δίνεται και η αντίστοιχη κοινωνική διάσταση στο ρόλο του με τις δομές τις απαραίτητες για την ουσιαστική σύνδεσή του με την κοινότητα. Έτσι ένα μέτρο δυνητικά ωφέλιμο για την κοινωνία, γίνεται μπούμερανγκ στο πλαίσιο της οικονομοκεντρικής διαχειριστικής λογικής.

Αν θέλουν να εξεταστούν από το γιατρό της προτίμησής τους πανεπιστημιακούς καθηγητάδες, επιμελητές ΕΣΥ με τουλάχιστον 10 χρόνια εμπειρίας- θα μπορούν να τον βρουν και το απόγευμα στα δημόσια νοσοκομεία αλλά βέβαια σε ιδιωτική βάση: θα έχουν και πάλι την ευκαιρία να πληρώσουν στο ταμείο του νοσοκομείου για τις ιδιωτικά παρεχόμενες υπηρεσίες του γιατρού, πιθανά απ΄ευθείας στο γιατρό με ένα ανεπίσημο δωράκι για να τους προσέξει καλύτερα και εμμέσως στον ίδιο, που χωρίς να έχει πια τα έξοδα για τη διατήρηση του ιδιωτικού ιατρείου, θα χρησιμοποεί προς ίδιον όφελος τον πληρωμένο από τους φορολογούμενους εξοπλισμό και υποδομή του δημόσιου ιδρύματος. Επίσης πολίτες που το επιθυμούν, θα έχουν πλέον τη δυνατότητα να επιλέξουν να νοσηλευτούν σε θάλαμο λουξ που θα διαφέρει υποτίθεται μόνο από άποψη ξενοδοχειακού εξοπλισμού και θα τους διατίθεται με ειδικό υψηλότερο νοσήλειο.

Και αφού μιλάμε για φράγκα, ας αναφέρουμε και τη ρύθμιση σύμφωνα με την οποία ορισμένες μονάδες υγείας που θα προσφέρουν «υψηλής ποιότητας» έργο -τα κριτήρια παραμένουν αδιευκρίνιστα- θα μπορούν να αναδειχθούν σε «κέντρα αριστείας». Αυτό φυσικά δε σημαίνει ότι θα σταλούν δάφνινα στεφάνια στους εργαζόμενους, αλλά ότι θα δοθούν επιπλέον κονδύλια σ΄ αυτές τις μονάδες. Αυτός ο τρόπος χρηματοδότησης μάλλον απέχειι από τη λογική της καταγραφής των πραγματικών αναγκών μέσω του υγειονομικού χάρτη της χώρας.

Και όσο αναφορά το εργασιακό καθεστώς, γίνονται αλλαγές που επηρεάζουν τις συνθήκες εργασίας για τους γιατρούς και (κατ΄επέκταση τον τρόπο της καθημερινής άσκησης της ιατρικής) και την υγεία του κόσμου, καθώς :

Αποδεσμεύεται η λήψη του πτυχίου της ιατρικής από την άδεια άσκησης επαγγέλματος, στο δρόμο που χάραξαν και για άλλους κλάδους αποφοίτων, όπως τους εκπαιδευτικούς.
Καθιερώνεται η συνεχής εκπαίδευση και αξιολόγηση των γιατρών του δημοσίου, οι οποίοι πλέον θα υπογράφουν συμβάσεις έργων και θα δικαιούνται να μονιμοποιηθούν μετά από 3 επιτυχείς κρίσεις. Βέβαια, εδώ να αναφέρουμε ότι στην κρίση θα εμπλέκονται και τα συμβόλαια αποδοτικότητας των μάνατζερ, οι συμφωνίες κυρίων με τις ιδιωτικές ασφαλιστικές και φαρμακευτικές εταιρείες, τα πρίμ αποδοτικότητας που θα διεκδικούν οι διευθυντές των κλινικών και η στάση εν γένει του εργαζόμενου απέναντι στους ανωτέρους του στο πλαίσιο της σαφέστερης ιεραρχίας και του συγκεντρωτισμού των εξουσιών που προωθεί το καινούριο νομοσχέδιο.
Επίσης η μόδα της part-time απασχόλησης επιτέλους και στην υγεία. Συντάσσεται λίστα «επικουρικών γιατρών» που θα καλύπτουν για διάστημα τριών μηνών έως ενός χρόνου ανάγκες που θα προκύπτουν ευκαιριακά. Κοινώς οι άνεργοι γιατροί θα μπαλώνουν τις τρύπες των ιδρυμάτων προκειμένου να μη γίνουν ποτέ καινούργιες προσλήψεις και ουσιαστική αντιμετώπιση της τεράστιας έλλειψης προσωπικού.
Επιχειρήθηκε λοιπόν να παρουσιαστούν ορισμένες από τις αλλαγές που προβλέπει το νέο νομοσχέδιο, οι οποίες σηματοδοτούν την νέα εποχή στο χώρο της υγείας. Στο θαυμαστό καινούργιο κόσμο η υγεία παίρνει την θέση που της αξίζει: αξιοποιείται ως «πολύτιμο» κοινωνικό αγαθό. Οι ανάγκες της κοινωνίας για στοιχειώδη ασφάλεια, πρόληψη και πρόσβαση στις αντίστοιχες υπηρεσίες, η κατ΄εξοχήν κοινωνική σχέση μεταξύ θεραπευτών και ασθενών, η κοινωνική αλληλεγγύη, η ανθρώπινη ζωή εν γένει και η κοινωνική διάσταση της φροντίδας γι΄ αυτή, κοστολογούνται και μπαίνουν καλύτερα από πριν, με νομική πλέον κάλυψη και θεσμοθέτηση, στο παιχνίδι του κέρδους.

Παίζουμε λοιπόν. Ή καλύτερα, μας παίζουν. Σε νοσοκομεία και κέντρα υγείας, όχι πλέον ιδρύματα σημεία αναφοράς των αναγκών και απρόσκοπτης προσφοράς, αλλά επιχειρήσεις που λειτουργούν με τους νόμους της αγοράς. Με τους μάνατζερ που θα φροντίζουν για την αποδοτικότητα, δηλαδή θα κάνουν τις οικονομικότερες -για ποιόν;- συμφωνίες με εταιρείες φαρμάκων, ασφάλισης, security, προμηθειών κλπ, κλπ και θα κανονίζουν με βάση τον προϋπολογισμό και όχι με βάση το πόσοι εργαζόμενοι χρειάζονται, πότε και πού, τον χρόνο της προσφερόμενης εργασίας. Mε διευθυντάδες και πανεπιστημιακούς να λύνουν και να δένουν χωρίς να βασανίζονται πια από τύψεις για τα φακελάκια και την άνιση μεταχείριση των ασθενών -όλα θα γίνονται με τις ευλογίες του υπουργείου. Με τη βάση των εργαζομένων να αναγκάζεται να περιθάλψει τον πληθυσμό όχι όπως πρέπει, αλλά όπως συμφέρει και τους γιατρούς να ζούν υπό καθεστώς εργασιακής ανασφάλειας και ομηρίας στα χέρια των επιτροπών αξιολόγησης, τα οποία θα αποτελούνται από τα άμεσα αφεντικά τους καθώς και τεχνοκράτες εμπειρογνώμονες. Και τον κόσμο -αυτούς τουλάχιστον που θα έχουν πρόσβαση και όχι τους ήδη αποκλεισμένους ανασφάλιστους και τους μετανάστες- να ταλαιπωρείται εν μέσω της γραφειοκρατίας, των πελατειακών σχέσεων και της νοοτροπίας εκμετάλλευσης της ανάγκης που τις διέπει.

Νομοσχέδιο για τους μετανάστες
Ένα ακόμα αντικοινωνικό νομοσχέδιο έρχεται να ρυθμίσει ό,τι λογαριασμούς είχαν αφήσει τα αφεντικά ανοιχτούς με την κρατική μεταναστευτική πολιτική. Οι μετανάστες, ειδικά στην ευρώπη, αποτελούν ένα ιδιόρρυθμο κομμάτι στις τάξεις των προλετάριων. Έτσι από τη μια είναι το πλέον υποβαθμισμένο, «αδικημένο» κομμάτι της εργατικής δύναμης, από την άλλη είναι το πιο ευέλικτο και στη μεγάλη του πλειοψηφία έξω από συλλογικές διεκδικήσεις, από κινήματα, από αγώνες. Αυτή είναι μια μεγάλη ήττα των ιθαγενών και ξένων προλετάριων, καθώς η κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» και το κύμα μετανάστευσης που εξαπέλυσε, βρήκε, όπως φαίνεται, έτοιμα τα αφεντικά μόνο και όχι την κοινωνία.

Ο ξένος εργάτης, περιβεβλημένος με το μύθο του «βρώμικου», του «άξεστου», του κλέφτη, μπήκε σαν εμβόλιμο στοιχείο στην παραγωγή. Χρησιμοποιήθηκε σαν φτηνό -εύπλαστο- άμεσα «επαναπροωθήσιμο» εργατικό δυναμικό, με τρόπο ώστε πολλές φορές να θίγει τα κεκτημένα δικαιώματα σε ασφάλιση-μισθούς. Tα εργατικά κινήματα δεν επιδίωξαν να συνδεθούν με τους εξαθλιωμένους, αλλά έφαγαν το παραμύθι πως τα συμφέροντά τους ανά κλάδο, ανά εθνικότητα διαφέρουν. Oι ξένοι εργάτες έφτασαν να αποτελούν μια καινούρια τάξη κατώτερη από αυτή των ντόπιων εξαθλιωμένων. Αλλά και οι ίδιοι οι μετανάστες, μεθυσμένοι από τη θέα ενός μiνι-καπιταλιστικού παραδείσου, όπως ο ελλαδικός χώρος, κυνηγημένοι από τις κατασταλτικές δυνάμεις περιθωριοποιημένοι από μια ξενόφοβη κοινωνία, με οργανωμένες δομές οικογενειοκρατικής μαφίας στις κοινότητές τους, δεν δημιούργησαν προϋποθέσεις ανάπτυξης κινημάτων (κινήματα σαν αυτό των san papier στη γαλλία). Όπως και να έχει το πράγμα, οι μετανάστες, έρμαια στα χέρια των καπιταλιστών, πληρώνουν με την αξιοπρέπειά τους, την ποιότητα ζωής τους, την άνοδο των ρυθμών ανάπτυξης στις «ανεπτυγμένες» χώρες.

Στη λογική της καλύτερης εκμετάλλευσής τους κινούνται όλοι οι νόμοι, όλες οι ρυθμίσεις. Kαι η καλύτερη εκμετάλλευση απαιτεί ένα μοντέλο μετανάστη φτηνού, προσωρινού, ελεγχόμενου, γκετοποιημένου. Σε αυτό το πνεύμα αντιλαμβανόμαστε τα εμπόδια που μπαίνουν για την απόκτηση της πολυπόθητης πράσινης κάρτας, μιας και δημιουργούν ένα ιδιόρρυθμο καθεστώς παρανομίας με μικρές δόσεις νομιμότητας :

Σύμφωνα λοιπόν με τις νέες διατάξεις, για την έκδοση πράσινης κάρτας είναι αναγκαία η συμπλήρωση 2 χρόνων παραμονής στη χώρα, αποδεδειγμένη με έγγραφα (διαβατήριο, μισθωτήριο, ένσημα, φορολογική δήλωση). Δίνεται άδεια παραμονής που διαρκεί 6 μήνες, μετά το τέλος των οποίων πρέπει να προσκομιστεί βεβαίωση εργασίας, λευκό ποινικό μητρώο και πιστοποιητικό υγείας. Αν αναλογιστεί κανείς το καθεστώς κάτω από το οποίο δουλεύουν (μαύρη εργασία χωρίς ένσημα και βεβαιώσεις), ζούν (πολλοί κάτω από την ίδια στέγη- για ποια μισθωτήρια μιλάμε;) και το πόσο προσωρινή και εποχιακή δουλειά κάνουν σαν ανειδίκευτοι εργάτες, καταλαβαίνουμε ότι η συλλογή των απαραίτητων δικαιολογητικών αφορά εξαιρετικά λίγους. Το ίδιο και η νομιμοποίηση. Τα γραφειοκρατικά μεν κολλήματα είναι τόσα που μέχρι και οι αστικές φυλλάδες συχνά πυκνά κράζουν καμιά εξώφθαλμη περίπτωση.

Η δε πράσινη κάρτα θα είναι προσωπική και δεν θα αφορά μέλη της οικογένειας -μην τυχόν και ριζώσει ο ξένος με τη φαμελιά του και άντε μετά να τον επαναπροωθήσουν μετά όταν δεν θα τον χρειάζονται. Βέβαια, υπάρχουν κι ευκολίες στην απόκτηση πράσινης κάρτας. Όποιος καταδώσει, ρουφιανέψει τον διπλανό του φτωχοδιάβολο και βοηθήσει τις αρχές, αξίζει να απολαμβάνει τα ψωροπρονόμια που αρνούνται σε όλους τους άλλους. Μα και για τους ντόπιους ο χαφιεδισμός ανάγεται σε υποχρέωση. Η δε παρέκκλιση από την ένδυση της κουκούλας του καταδότη τιμωρείται ως παράβαση του νόμου. Έτσι όποιος ιδιοκτήτης σπιτιού δεν καταδώσει παράνομο μετανάστη, όποιος δε βοηθήσει τις αρχές για τον εντοπισμό των «παρανόμων», διώκεται ο ίδιος ποινικά. Συγχρόνως οι παράνομοι μετανάστες αποκλείονται στυγνά από όλες τις κοινωνικές υπηρεσίες. Δε θα περιθάλπονται στα νοσοκομεία παρα μόνο για πρώτες βοήθειες, οπότε και οι γιατροί θα είναι υποχρεωμένοι να καλούν τους μπάτσους, σε περίπτωση σύλληψης δε θα δικαιούνται δικηγόρο, τα παιδιά δεν θα μπορούν να πηγαίνουν σχολείο κ.ά. Μιλάμε για μια πλειοψηφία μεταναστών που θα είναι απόλυτα όμηροι των σχεδιασμών του κράτους.

Ανάλογα με τις ανάγκες της οικονομίας, είτε θα απελαύνονται είτε όταν θα τους χρειάζονται δεν θα τους «αποτρέπεται» η είσοδός. Όσο θα μένουν στη χώρα θα είναι απόλυτα αποκομμένοι από κάθε στοιχειώδες ανθρώπινο δικαίωμα, σε ένα περιβάλλον εχθρικό, συλλογικής συνενοχής και ρουφιανιάς. Εκεί για να ικανοποιήσουν τις ονειρώξεις των στερημένων μικροαστών (νωπή η διαμάχη για τις διατάξεις διευκόλυνσης των «καλλιτέχνιδων» για να ξεκαυλώνει ο έλληνας αγρότης στα «προσεχώς βουλγάρες»).

Η υποβάθμιση -υποτίμηση της εργατικής δύναμης σε απλό αντικείμενο, εργαλείο παραγωγής, βρίσκει στο πρόσωπο των μεταναστών την πιο ακραία της μορφή και στο βαθμό αυτό αφορά όλους όσους δεν συγκαταλέγουν τον εαυτό τους στα αφεντικά. Η αναδιάρθρωση της εργασίας στην κατεύθυνση του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού στους μεν ντόπιους εργάτες είναι πιο βραδυκίνητη, με μεγαλύτερο πολιτικό κόστος (κάπου πρέπει να τον εντάξει το κράτος τον πολίτη του, κάποιο επίδομα να του δώσει, κάποιο πτυχίο να τον βάλει να κυνηγήσει). Όσον αφορά δε τους ξένους εργάτες, η ενσωμάτωση περιττεύει. Μετά τη χρήση πετιέται.

Ο βασικός σχεδιασμός του κεφαλαίου δεν αφήνει αμφιβολίες για το πόσο κοινός είναι ο παρονομαστής για τους προλετάριους. Αυτό πρέπει να συνειδητοποιήσουν ώστε να ξεπεράσουν τους τεχνητούς διαχωρισμούς που τους αποδυναμώνουν. Τα σχέδιά των εξουσιαστών μπορούν να καταρρίψουν μόνο οι κοινωνικοί αγώνες, η ενωμένη αντίσταση ξένων και ντόπιων εργατών από τη βάση.

Μάθε παιδί μου γράμματα...(εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις)
Η δεκαετία του ΄90 σημαδεύεται από ουσιαστικά δύο μεγάλες προσπάθειες μεταρ- ρύθμισης του εκπαιδευτικού συστήματος. Η πρώτη γίνεται από την κυβέρνηση της ΝΔ το 90-91 και η δεύτερη από τη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ξεκινώντας το ΄97 με το νόμο Αρσένη και συνεχίζοντας μέχρι και σήμερα με το νόμο Ευθυμίου.

Η αυταρχική πολιτική που χρησιμοποιεί η δεξιά εκείνη την περίοδο, με στόχο την όλο και μεγαλύτερη επιβολή της στους διάφορους κοινωνικούς τομείς, εκφράζεται στην εκπαίδευση με το νόμο του Κοντογιαννόπουλου. Η υποχρεωτική έπαρση σημαίας, η επιστροφή της σχολικής ποδιάς και της «ευπρεπούς» εμφάνισης, το περιβόητο point-system και η όλο και μεγαλύτερη φρούρηση στα σχολεία (κάγκελα, φύλακες, μπάτσοι), επιβάλουν ένα καθεστώς συντηρητισμού και ισοπέδωσης των ατομικών ελευθεριών, της προσωπικότητας και διαφορετικότητας του ατόμου. Αυτή η προσπάθεια εκφασισμού ενός μεγάλου κομματιού της κοινωνίας, ξεσηκώνει τεράστιο κύμμα αντιδράσεων με δυναμικές πορείες χιλιάδων ατόμων, καταλήψεις σε σχολεία και πανεπιστήμια, συγκρούσεις με την αστυνομία. Παρόλη τη βίαιη καταστολή από τους εξουσιαστικούς μηχανισμούς του κράτους, τον αποπροσανατολισμό και την προβοκάτσια από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, τις φασιστικές επιθέσεις ομάδων της ΟΝΝΕΔ και λοιπών τραμπούκων (δολοφονία Τεμπονέρα από τον ΟΝΝΕΔίτη φασίστα Καλαμπόκα), οι αγώνες οξύνονται και ο υπουργός αποσύρει το νομοσχέδιο.

Το ΄98 είναι η χρονιά που αρχίζει να εφαρμόζεται μια νέα μεταρύθμιση η οποία κρατάει μέχρι τις μέρες μας. Νόμοι που αφορούν την αξιολόγηση των καθηγητών (διαγωνισμός ΑΣΕΠ), το εκπαιδευτικό σύστημα στα σχολεία, (εξετάσεις, εννιαίο λύκειο, κατάργηση δεσμών) καθώς και την τριτοβάθμια εκπαίδευση (αλλαγές στη λειτουργία των πανεπιστημίων, κλπ) συνθέτουν ένα νέο εκπαιδεύτικο μοντέλο.

Και οι δύο μεταρυθμίσεις στοχεύουν στην κατεύθυνση της εκπαίδευσης ως μέσο προπαγάνδας, ανάδειξης και έμμεσης επιβολής της πραγματικότητας που θέλει να ορίσει η κάθε εξουσία. Παρόλα αυτα υπάρχει μια διαφορά. Η πρώτη δημιουργείται κυρίως από την ανάγκη της δεξιάς να επιβάλλει την αυταρχική και συντηρητική της ιδεολογία στη κοινωνία, ενώ η νέα μεταρρύθμιση θέτει μια νέα βάση στο εκπαιδευτικό σύστημα, η οποία σχετίζεται άμεσα με την «αναγκαιότητα» εναρμόνησης των εκπαιδευτικών συστημάτων της ευρωπαικής ένωσης (συμβατοί τίτλοι σπουδών, «εργασιακά προσόντα»), ώστε να ευνοείται η σύγκριση και η κινητικότητα του εργατικούδυναμικούαπό χώρα σε χώρα καθώς συγχρόνως εναρμονίζεται το ασφαλιστικό σύστημα και επιτυγχάνεται ενιαία αγορά εργασίας.

Ολοι οι νόμοι που αναφέρονται στη μεταρρύθμιση, συνδέονται άμεσα μεταξυ τους και αποτελούν μια σείρα και συνέχεια στην οποία ο κάθε όρος συμπληρώνει τον άλλον.

Ηδη τα σχολεία ,με το νέο νομοσχέδιο, μετατρέπονται σε ατελείωτα εξεταστικά κάτεργα στα οποία ο μαθητής βρίσκέται σε μια διαρκή κατάσταση αξιολόγησης και ελέγχου ,γεγονός που δημιουργεί διαχωριστικές γραμμές μεταξύ «ικανών» και «ανίκανων» ,»έξυπνων» και «χαζών» καλλιεργώντας τον ανταγωνισμό και μια λογική ατομικισμού και απομάκρυνσής από συλλογικές πρακτικές.

Οι αλλαγές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι αυτές που καταδεικνύουν με τον καλύτερο τρόπο τη λογική της νεοφιλελεύθερης αυτής μεταρρύθμισης αλλά και τη λογική όλων των επιχειρούμενων μεταρρυθμίσεων στους υπόλοιπους κοινωνικούς τομείς. Κατακερματισμός στην εργασία, στην ασφάλιση, στην υγεία, κατακερματισμός και στην εκπαίδευση. Ουδέποτε το αστικό πανεπιστήμιο ήταν αποκομένο από την αγορά εργασίας και από άλλα οικονομικά και εξουσιαστικά συμφέροντα. Αυτό αποδεικνύεται ουτωσή άλλως από το γεγονός οτι η βασική λειτουργία των πανεπιστημίων καθορίζεται από τη βιομηχανία, μέσω των ερευνητικών προγραμμάτων, τα οποία διεξάγονται προς το συμφέρον της. Ωστόσο αύτη τη στιγμή με την πορεία που ακολουθείται το πανεπιστήμιο μετατρέπεται αποκλειστικά σε ένα προπαρασκευαστικό εργοστάσιο μαζικής παραγωγής φτηνού εργατικού δυναμικού μικρού εκπαιδευτικού κόστους και περιορισμένης εμβέλειας, χρήσιμης όμως για της άμεσες ανάγκες της αγοράς εργασιάς. Αυτό πρωτοεμφανίζεται με τα Προγραμμάτα Σπουδών Επιλογής, που στην ουσία δεν είναι τίποτα άλλο παρά το άνοιγμα στη διείσδυση των επιχειρήσεων στα πανεπιστήμια, προσαρμόζοντας έτσι τις σχολές που να εξυπηρετούν αποκλειστικά τις ανάγκες τους για ένα εργατικό δυναμικό καταρτισμένο σε ένα συγκεκριμένο και απόλυτα εξειδικευμένο αντικείμενο, με την αναγκαιότητα της επανεκπαίδευσης (δια βίου κατάρτιση), κάθε φορά που η τεχνολογία και η αγορά θέτουν νέα δεδομένα.

Την παραπάνω λογική έρχονται να συμπληρώσουν και οι αποφάσεις της συνόδου της Μπολόνια, η οποία πραγματοποιήθηκε στις 19 Ιουνίου 1999 και έλαβαν μέρος υπουργοί παιδείας και εκπρόσωποι 29 χωρών. Αποφασίστηκε η εννοποίηση των εκπαιδευτικών συστημάτων με βάση το Αγγλοσαξονικό πρότυπο δίνοντας έμφαση στη «...δημιουργία της ευρωπαικής περιοχής ανώτατης εκπαίδευσης ως βασικό μέσο για την προώθηση της κινητικότητας και της δυνατότητας εύρεσης εργασίας των πολιτών καθώς και για τη συνολική εξέλιξη της ηπείρου.» (από τη διακήρυξη της Μπολόνια). Η κατασκευή λοιπόν του μοντέλου του αυριανού εργαζόμενου ξεκινάει απο την εκπαίδευση που χάνει πια το ακαδημαικό της προσωπείο και της αναγνωρίζεται ο πραγματικός της ρόλος μέσα σε μια κοινωνία που κυριαρχεί ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής.

Στο δρόμο αυτό κινείται και η ντόπια εξουσία με τα νέα νομοσχέδια (νομοσχέδιο Ευθυμίου) που έρχονται να επιβάλουν τις αποφάσεις της Μπολόνια. Η στα χαρτιά «ανωτατοποίηση των ΤΕΙ» είναι μια καλά καμουφλαρισμένη κίνηση για την προσεχή διάσπαση των πανεπιστημιακών πτυχίων σε δύο κύκλους σπουδών (τρία έτη για το δίπλωμα + δύο έτη για το master ), ενώ η πολύκροτη αξιολόγηση ΑΕΙ και ΤΕΙ που προάγεται απο μια άλλη ελίτ, αυτή των πρυτάνεων, συμβαδίζει απόλυτα με τη λογική των αφεντικών. Συνεχής αξιολόγηση όχι μόνο του εκπαιδευόμενου αλλά και του εκπαιδευτή, και του εκπαιδευτηρίου, για να συντάσεται κάθε στιγμή η λίστα των άξιων ή των ανάξιων ανάλογα κάθε φορά με τις ιδιαίτερες απαιτήσεις των αφεντικών.

Συναθροίζοντας όλα τα προηγούμενα, παρατηρούμε ότι γεννιέται ένα νέο μοντέλο ανθρώπου-εργαζόμενου, ένα πιόνι δηλαδή στις ανάγκες και τα συμφέροντα της κάθε αγοράς και εξουσίας, αποδυναμωμένο από συλλογικές πρακτικές και λογικές, πλήρως αποβλακωμένο και κατευθυνόμενο.

Μέχρι σήμερα έχουν πραγματοποιηθεί ποικίλες κινητοποιήσεις ενάντια στη μεταρρύθμιση με πιο μαζικές και δυναμικές αυτές κατά τη διάρκεια του διαγωνισμόυ του ΑΣΕΠ και τις μαθητικές καταλήψεις ενάντια στο νομοσχέδιο Αρσένη. Οι κυβερνώντες για να περάσουν τους σχεδιασμούς του μηχανισμού για τον οποίο δουλεύουν, χρησιμοποίησαν τακτικότατα την προσφιλή μέθοδο του «διαίρει και βασίλευε». Έτσι κατάφεραν να φέρουν σε σύγκρουση κοινωνικές ομάδες (διορισμένοι-αδιόριστοι, φοιτητές-σπουδαστές), οι οποίες εγκλωβίστηκαν στα συντεχνιακά τους αιτήματα και αναλώθηκαν σε μια μεταξύ τους αντιπαράθεση, βοηθώντας έτσι ακούσια τον μηχανισμό να ξεπεράσει τις αντιδράσεις και να επιβάλει τις αλλαγές του. Μέρος της τακτικής αυτής είναι και η προώθηση κάθε φορά «πακέτων» μέτρων και όχι ολικής μεταρύθμισης για τον μετριασμό των αντιδράσεων και τον περιορισμό τους σε μερική ζητήματα και οχι στη συνολική αμφισβήτηση του συστήματος.

Δεν τρέφουμε αυταπάτες. Ο κύριος ρόλος του αστικού πανεπιστημίου δεν παύει να είναι η αναπαραγωγή της κυρίαρχης ιδεολογίας και της κοινωνικής ιεραρχίας.Μόνο που τώρα εντείνεται τόσο ο εξειδικευμένος όσο και ο κερδοσκοπικός για την άρχουσα τάξη χαρακτήρας του. Ακόμα και αν αντιτίθεται κανείς στο θεσμό του αστικού πανεπιστημίου δε θα κάτσει με σταυρωμένα τα χέρια, να το αφήσει να μετατραπεί ολοκληρωτικά σε έρμαιο στα χέρια του κάθε αφεντικού, διότι ο αγώνας ενάντια στα σχέδια της κυριαρχίας ξεκινά μέσα από όλους τους κοινωνικούς σχηματισμούς.

όταν ο τρόμος γίνεται νόμος...
Για τρίτη φορά στη μεταπολιτευτική ιστορία της χώρας επιχειρείται θέσμιση νομοθετικών ρυθμίσεων που αφορούν την τρομοκρατία. Μετά τις αποτυχημένες, λόγω της δυναμικής τόσο από τα κάτω αντίστασης όσο και των ενδοκαθεστωτικών τριβών που συνάντησαν, προσπάθειες των δεξιών κυβερνήσεων του 78 και του 90, σειρά έχει μια σοσιαλιστική που προωθεί «τροποποίηση του ποινικού κώδικα για την προστασία του πολίτη από αξιόποινες πράξεις εγκληματικών οργανώσεων», αποφεύγοντας όπως ο διάολος το λιβάνι τον χαρακτηρισμό της ως τρομονόμου. Με σκοπό να συμβάλλουμε στο να καταλήξει ο νέος τρομονόμος όπου και οι δύο προηγούμενοι, ας δούμε τι κρύβεται πίσω από αυτή την καλομελετημένη επίθεση ενάντια στην κοινωνία. Λίγα λόγια που δε θα μας πουν ποτέ πολιτικοί και δημοσιογράφοι...

Τι προβλέπει;

Κάποιες φαινομενικά «λογικές» όσο και «ακίνδυνες» διατάξεις του τρομονόμου ή πως διαβάζει κανείς ανάμεσα στις λέξεις.

Διαβάζουμε λοιπόν στο άρθρο 1: «...τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι 10 ετών όποιος...αποσκοπεί στη διάπραξη σε βαθμό κακουργήματος εγκλημάτων...». Καλό κι αυτό! Τώρα πλέον δε χρειάζεται να περιμένει η αστυνομία να διαπράξεις κάποιο έγκλημα για να σε μπαγλαρώσει, αφού η πρόθεση συνιστά κατευθείαν πράξη! 10 χρονάκια λοιπόν επειδή σκεφτόσουνα «κακά πράγματα». Μπορεί να ακούγεται αστείο αλλά δεν είναι καθόλου αν σκεφτεί κανείς το ποιός (μπάτσος, ανακριτής, εισαγγελέας ή δικαστής) και κυρίως το πώς αυτός θα αποφανθεί για το αν κάποιος «ύποπτος» όντως αποσκοπούσε στη διάπραξη εγκλήματος. Η διάταξη αυτή σε συνδυασμό με την άρση της αρχής του ποινικού κώδικα «ένοχος ένοχο ου ποιεί» και τη διάταξη περί προστασίας μαρτύρων παρέχει ουσιαστικά τη δυνατότητα της ανά πάσα στιγμή ενοχοποίησης του οποιουδήποτε: ένας ανώνυμος μάρτυρας (που θα μπορούσε κάλλιστα να είναι μπάτσος ή καταξιωμένος ρουφιάνος) ισχυρίζεται ότι συμμετείχε στην ίδια εγκληματική οργάνωση με τον «ύποπτο» και αποσκοπούσαν από κοινού στην τέλεση κακουργημάτων. Με το νέο τρομονόμο, ο μάρτυρας τη βγάζει καθαρή χάρη στα μέτρα επιείκειας που προβλέπονται χωρίς καν να αποκαλυφθεί το όνομα ή το πρόσωπό του, ενώ ο αρχικά «ύποπτος», γίνεται κατηγορούμενος και σαφέστατα ένοχος πλέον σαπίζει στη φυλακή!
Επιβάλλεται η εξέταση βιολογικού υλικού «υπόπτου» για διάπραξη κακουργηματικής πράξης κατά την προανάκριση, ακόμα και χωρίς τη θέληση του ίδιου. Νομιμοποιείται λοιπόν για πρώτη φορά μια προσφιλής τακτική της αστυνομίας που γενικά βοηθάει την ανακριτική διαδικασία: τα βασανιστήρια. Ακούγεται ακραίο; Δεν είναι όμως αφού κάθε μπάτσος έχει πλέον και νομική κάλυψη στο ξυλοφόρτωμα ενός «υπόπτου» ο οποίος αρνήθηκε ή σκέφτηκε να αρνηθεί να δώσει δείγμα για ανάλυση DNA.
Μέτρα επιείκειας, απόκρυψη πληροφοριών και προστασία μαρτύρων. Βρίσκοντας πάτημα στη διάχυτη στην ελληνική κοινωνία καχυποψία, ο νέος τρομονόμος προσπαθεί να καθιερώσει ένα ιδιότυπο καθεστώς «ανέξοδου» και υποχρεωτικού χαφιεδισμού. Υποχρεωτικού άμεσα γιατί τιμωρεί αυτούς που η αξιοπρέπειά τους δεν τους επιτρέπει να γίνουν δοσίλογοι («...με κάθειρξη τιμωρείται όποιος ματαιώνει την αποκάλυψη ή δίωξη και τιμωρία των πράξεων...») αλλά και έμμεσα, απαλλάσσοντας από τις ποινές τους όσα μετανοημένα μέλη «εγκληματικών οργανώσεων» βοηθούν τις αρχές στην εξάρθρωσή τους. «Ανέξοδου» για τον ίδιο τον καταδότη/μάρτυρα κατηγορίας, αφού η βρώμικη δουλειά του γίνεται υπό πλήρη κάλυψη (απόκρυψη προσωπικών στοιχείων, αλλαγή ταυτότητας, κατάθεση με χρήση ηλεκτρονικών μέσων, φύλαξη κτλ) όπως προβλέπει το άρθρο 9. Αξίζει να σημειωθεί ότι από τους γραφειοκράτες του υπουργείου δικαιοσύνης ανακαλύφθηκε άλλη μια «χρήση» των «παράνομων» μεταναστών: σύμφωνα με το άρθρο 2, η απέλαση όσων από αυτούς «...καταγγείλουν αξιόποινες πράξει-ς...» αναστέλλεται! Εκτός από φτηνό εργατικό δυναμικό, οι μετανάστες είναι λοιπόν καλοί και για ρουφιάνοι! Κατάργηση των ενόρκων. Ενώ λοιπόν σύμφωνα με τα λόγια του υπουργού δημόσιας τάξης, η συμμετοχή της κοινωνίας είναι απαραίτητη για την καταπολέμηση της «τρομοκρατίας» και παρόλο που κατά γενική ομολογία του νομοθέτη, ο πολίτης ανάγεται σε δεξί χέρι της αστυνομικής και δικαστικής εξουσίας ως ρουφιάνος, μάρτυρας κατηγορίας ή και διώκτης «υπόπτων», όταν πλησιάζει η κορύφωση του δράματος, η εκδίκαση δηλαδή της υπόθεσης, αυτόματα υποβαθμίζεται η αξία της συμμετοχής του με την διάταξη που προβλέπει ότι τέτοιες υποθέσεις θα δικάζονται πλέον όχι από μικτά ορκωτά δικαστήρια όπου συμμετέχουν και λαϊκοί ένορκοι, αλλά από τακτικούς δικαστές μόνο. Καταργείται με λίγα λόγια και η τελευταία εγγύηση που στοιχειωδώς παρείχε το αστικό δίκαιο απέναντι στις πάμπολλες κρατικές, δικαστικές ή αστυνομικές πλεκτάνες.
Νέες αστυνομικές μέθοδοι έρευνας. Δεν μπορεί παρά να σου σηκωθεί η τρίχα κάγκελο αν, έχοντας διαβάσει το «1984» του Τζ. Όργουελ, ρίξεις μια ματιά στο άρθρο 5 του νέου τρομονόμου! «ʼρση απορρήτου επικοινωνιών», «καταγραφή με ειδικά τεχνικά μέσα», «ανακριτική διείσδυση», «συσχέτιση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα», «έλεγχος κίνησης λογαριασμών» προβλέπονται παράλληλα με τις παραδοσιακές μεθόδους αστυνομικής έρευνας, προκειμένου να εξιχνιαστεί αδίκημα που διέπραξε «εγκληματική οργάνωση». Αυτό που δεν διευκρινίζει πουθενά το κατά τα άλλα λεπτομερέστατο σχέδιο νόμου, είναι το ποιοι και με ποιο κριτήριο θα υφίστανται εν αγνοία τους όλα τα παραπάνω. Είναι δηλαδή στη διακριτική ευχέρεια του κάθε ανακριτή και του κάθε αρχιμπάτσου, να σε ανακηρύξει «ύποπτο» για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση και να διατάξει την παρακολούθηση και μαγνητοσκόπησή σου, την υποκλοπή των τηλεφωνικών σου συνομιλιών, τον έλεγχο της αλληλογραφίας σου, τον έλεγχο των τραπεζικών σου λογαριασμών και των ευαίσθητων προσωπικών σου δεδομένων. Τίποτα το καινούργιο θα σκεφτεί κανείς. Όλες αυτές οι πρακτικές εφαρμοζόντουσαν ανέκαθεν. Σίγουρα, αλλά όταν πλέον νομιμοποιούνται είναι και ικανές να στοιχειοθετήσουν κατηγορίες. Μια ολόκληρη κοινωνία στο μικροσκόπιο λοιπόν και με τη βούλα του νόμου.
Κι αν τα εισαγωγικά που χρησιμοποιούνται όπου αναφέρεται ο όρος «εγκληματική οργάνωση», προκαλούν εντύπωση, τότε τι θα έπρεπε να προκαλεί η μετατροπή της κατηγορίας του ποινικού κώδικα «σύσταση και συμμορία» σε κακούργημα που τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι και 10 ετών, αναφέρεται στο σύνολο σχεδόν των αδικημάτων του ποινικού κώδικα και ονομάζεται πλέον «εγκληματική οργάνωση».
Αξίζει τέλος να σημειωθεί ότι η επανειλημμένη χρήση της λέξης «ύποπτος» δεν είναι τυχαία όπως τυχαία δεν είναι και η χρήση των εισαγωγικών. Το ίδιο το σχέδιο νόμου δεν κάνει πλέον λόγο για κατηγορούμενο ή κατηγορούμενους για κάποιο αδίκημα, αλλά για «ύποπτο» ή «ύποπτους». Η διαφορά δεν είναι καθόλου λεπτή. Μην ξεχνάμε ότι στον κατηγορούμενο το σύνταγμα παρέχει αυτόματα κάποια δικαιώματα (δικαίωμα παρουσίας συνηγόρου, δικαίωμα άρνησης κατάθεσης κτλ). Ως «ύποπτος» αντίθετα, δεν είσαι σε θέση να γνωρίζεις ότι θεωρείσαι τέτοιος, άρα απολαμβάνεις όλες τις ευεργετικές συνέπειες των παραπάνω διατάξεων εν αγνοία σου, αλλά - και κυρίως αυτό - πληρείς ανά πάσα στιγμή τις προϋποθέσεις για να χαρακτηριστείς ως τέτοιος από τις διωκτικές αρχές, αφού πουθενά δεν αναφέρεται σαφώς ποιες είναι αυτές οι προϋποθέσεις! Είμαστε όλοι «ύποπτοι» μέχρι να αποδειχτεί το αντίθετο!
Που (μας λένε ότι) στοχεύει;
Σύμφωνα με τις δηλώσεις του υπουργού δικαιοσύνης και των κυβερνητικών κολαούζων του, κύριο μέλημα της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής που επιμελήθηκε το μαγείρεμα του νέου τρομονόμου, ήταν η πάταξη της τρομοκρατίας. Όπως έχουν οι ίδιοι οι «ειδικοί» επί του θέματος αφήσει να εννοηθεί μέσω της αντιτρομοκρατικής φιλολογίας, τρομοκρατικές θεωρούνται οι ένοπλες οργανώσεις με σαφή πολιτικό χαρακτήρα όπως η 17 Νοέμβρη και ο Ε.Λ.Α. Και εδώ είναι που η επιχειρηματολογία του συρφετού των προπαγανδιστών του τρομονόμου έρχεται να κοντράρει την κοινή λογική. Κατέληξαν λοιπόν κατόπιν ωρίμου σκέψεως τα τσακάλια οι ακαδημαϊκοί που απαρτίζουν την επιτροπή, στο ότι αυτό που θα βοηθήσει αποφασιστικά στην εξάρθρωση των οργανώσεων αυτών, είναι οι διατάξεις του τρομονόμου που επιτρέπουν την «ανακριτική διείσδυση», το να παρεισφρήσουν δηλαδή undercover μπάτσοι στις οργανώσεις αυτές και να συλλέξουν πληροφορίες που θα οδηγήσουν στη σύλληψη των «τρομοκρατών»! Επίσης καθοριστική φαίνεται να είναι και η υποχρεωτική ανάλυση γενετικού υλικού που προβλέπεται για «υπόπτους» γιατί υπάρχει, λέει, έτοιμη λίστα με δείγματα DNA «τρομοκρατών» και αυτό που απομένει είναι η επαλήθευση! Μάλλον μας έχουν για πολύ ηλίθιους, αλλιώς δεν εξηγείται... Έχουν εντοπίσει δηλαδή τους τρομοκράτες αλλά δεν μπορούν να τους συλλάβουν γιατί δεν έχουν επαρκή στοιχεία (το ότι πιθανώς οι εν λόγω «τρομοκράτες» έχουν στην κατοχή τους ρουκέτες, όπλα και εκρηκτικές ύλες προφανώς δεν αρκεί...) και περιμένουν με ανυπομονησία τη στιγμή που θα μπορούν - νόμιμα πλέον - να τους πάρουν μια τρίχα από τα μαλλιά τους για ανάλυση του DNA (κάτι που 5-6 γομάρια ασφαλίτες δεν μπορούν να κάνουν κάποιο βράδυ σενα στενάκι γιατί ε, είπαμε...δεν επιτρέπεται!). Ας μη γελιόμαστε. Δε χρειάζεται να είναι κανείς νομικός για να καταλάβει το αυτονόητο: κλειστές οργανώσεις τύπου 17Ν που έχουν συνωμοτικό χαρακτήρα και περιορισμένο αριθμό μελών, δεν εξαρθρώνονται από τη μια μέρα στην άλλη με την ψήφιση ενός νόμου. Η μη σύλληψη των «τρομοκρατών» είναι ξεκάθαρα θέμα ανικανότητας των διωκτικών μηχανισμών.

Το δεύτερο επιχείρημα που προβάλλουν με σκοπό να πείσουν για τις «καλές προθέσεις» του τρομονόμου, αφορά την καταστολή του οργανωμένου εγκλήματος (εμπόριο ναρκωτικών και λευκής σάρκας, παράνομη διακίνηση όπλων, λαθρομετανάστευση κτλ) και είναι εξίσου αστείο με το πρώτο. Πέραν του ότι το λεγόμενο «οργανωμένο έγκλημα» ως φαινόμενο δεν έχει λάβει στην ελλάδα τις διαστάσεις μιας μαφίας όπως στην ιταλία, ώστε να απαιτεί για την καταπολέμηση του μια ειιδική νομοθετική ρύθμιση (που να προβλέπει π.χ. προστασία μαρτύρων κτλ), η επιμονή στην διάλυση τέτοιων δικτύων που αποδεδειγμένα λειτουργούν, αν όχι υπό την προστασία του κρατικού μηχανισμού και σε αγαστή συνεργασία με αυτόν, τουλάχιστον με την ανοχή του, δεν πείθει και πολύ...

Που πραγματικά στοχεύει;
...είναι το εύλογο ερώτημα που προκύπτει αν δεχτούμε όλα τα παραπάνω. Το μυαλό όσων θυμούνται τον τρομονόμο του Μητσοτάκη, με τις απάνθρωπες διατάξεις και τις εξοντωτικές του ποινές, ενστικτωδώς πηγαίνει - και όχι άδικα - στο κακό. Οι αγωνιώδεις προσπάθειες του υπουργού δικαιοσύνης να μην κολλήσει η ρετσινιά του τρομονόμου στο καινούργιο του κατασκεύασμα άλλωστε, μιλούν από μόνες τους. Δεν αρκεί όμως η αντανακλαστική σκέψη «νόμος είναι, για καλό δεν θαναι», αφού όλα δείχνουν ότι βρισκόμαστε, ως κοινωνικό σώμα, αντιμέτωποι με μια αποφασιστική επίθεση της κυριαρχίας που επιχειρεί να στραγγαλίσει τα όποια πολιτικά δικαιώματα μας έχουν απομείνει.

Με κύριο άξονα το άρθρο περί «εγκληματικών οργανώσεων» και με την ένταξη σε αυτό σχεδόν κάθε προβλεπόμενου «αδικήματος», χτυπιέται κατευθείαν η συλλογική δράση, αφού εξισώνονται επικίνδυνα οι ποινές που επισύρουν οι διάφορες μορφές της. Όταν από το ίδιο άρθρο προβλέπεται η τιμωρία π.χ. μιας ομάδας μαθητών που καταλαμβάνουν το σχολείο τους, μιας πορείας απολυμένων εργατών που παρεμποδίζει τη δημόσια συγκοινωνία, μιας ομάδας διαδηλωτών που πετάνε πέτρες σε αστυνομικούς κατά τη διάρκεια συγκρούσεων και ενός συνεργείου παράνομων πολιτικών αφισοκολλητών με την τιμωρία μιας ένοπλης οργάνωσης που εκτοξεύει ρουκέτες σε υπουργεία, τότε δεν μένει καμιά αμφιβολία για το που πάνε τα πράγματα...

Ο νέος τρομονόμος πρέπει να ιδωθεί ως μέσο εντατικοποίησης και επέκτασης του έργου που είχε αναλάβει ο ποινικός κώδικας, ώστε να περιληφθεί κάθε πτυχή της πολιτικής, συλλογικής και μη δράσης. Σκοπός του είναι να εντάξει όλα τα κοινωνικά δρώμενα στις παραγράφους του κώδικα αυτού, αποπολιτικοποιώντας τα και στερώντας τους τον κοινωνικό τους προσανατολισμό. Και αν το έργο αυτό το έφερε επάξια εις πέρας τόσες δεκαετίες ο ποινικός κώδικας (οι βαρύτατες ποινές που έχουν κατά καιρούς επιβληθεί σε κοινωνικούς αγωνιστές είναι η καλύτερη απόδειξη γι΄ αυτό), το νέο τρομο-νομοθέτημα έρχεται να καλύψει τις όποιες «αδυναμίες» του, ώστε να μην υπάρχει πλέον η παραμικρή διέξοδος για όσους «ενοχλητικούς» μπουν στο στόχαστρο του κράτους και των αφεντικών. Αποτελεί ένα πανίσχυρο όπλο στα χέρια του καθεστώτος, με το οποίο μπορεί να αντιμετωπιστεί κάθε αναταραχή, κάθε σκίρτημα που απειλεί το ίδιο και τους θεσμούς του.

Έχοντας υιοθετήσει τη φιλοσοφία των αντίστοιχων γερμανικών και ιταλικών, ο «δικός μας» τρομονόμος αντιμετωπίζει με την ίδια αυστηρότητα όλες τις παραπάνω μορφές συνειδητής πολιτικής δράσης, σε μια προσπάθεια να την εξωθήσει στα άκρα, οπότε και θα είναι πιο ευάλωτη απέναντι στους κατασταλτικούς μηχανισμούς (προφανώς ένα μαζικό κίνημα με φανερή και «νόμιμη» παρουσία είναι πιο δύσκολα αντιμετωπίσιμο από μικρές «παράνομες» ένοπλες οργανώσεις με κρυφή δραστηριότητα).

Το ελληνικό κράτος, ακολουθώντας μια άτεγκτη νεοφιλελεύθερη πολιτική, ανοίγει μέτωπα με την κοινωνία σε πολλούς ευαίσθητους τομείς: εργασία, ασφάλιση, εκπαίδευση, υγεία.Η αυστηρή λιτότητα που επιβάλλει, όσο και ο αυταρχικός τρόπος με τον οποίο γίνεται η επιβολή αυτή, δεν μπορεί παρά να προκαλέσει αντιδράσεις από τα κάτω. Και αν αυτές οι αντιδράσεις είναι προς το παρόν προβλέψιμες, ελέγξιμες με τα «παραδοσιακά» μέσα (αποσιώπηση ή συκοφάντιση από τα μμε, εξασφάλιση της μερικότητάς τους, χειραγώγηση από συνδικαλιστές, και -φυσικά- καταστολή) και εν τέλει ακίνδυνες γι΄ αυτό, τίποτα δεν εγγυάται στο ελληνικό κράτος και τα αφεντικά του, ότι η υφέρπουσα και συνεχώς διογκούμενη αγανάκτηση δεν θα οδηγήσει σε μια άνευ προηγουμένου εκτόνωση. Με αρκετή διορατικότητα νομοθετούν οι τεχνοκράτες διαχειριστές της εξουσίας, εξασφαλίζοντας μια καλή καβάτζα στο νομικό τους οπλοστάσιο, ένα τρομονόμο που απευθύνεται όχι τόσο στους ήδη πολιτικά ενεργούς, όσο στους εν δυνάμει αγωνιζόμενους: εργαζόμενοι, άνεργοι, φορολογούμενοι, εργάτες, μαθητές, αγρότες, μικρομεσαίοι επιχειρηματίες, υπάλληλοι, πληθυσμιακές ομάδες που έχουν πληγεί ή πρόκειται να πληγούν από τη συντονισμένη αναδιαρθρωτική επίθεση του κράτους και του υπερεθνικού κεφαλαίου.

ΜΜΕ και κοινωνικός αποπροσανατολισμός
Σ’  αυτό το σημείο αξίζει να ειπωθούν και δύο λόγια για το ρόλο που παίζουν στην ιστορία τα μμε, φιλοκυβερνητικά και μη. Δημοσιογράφοι, αναλυτές, κανάλια και εφημερίδες, έχουν καιρό τώρα αναλάβει με ζήλο τη δουλειά που τους έχουν εμπιστευτεί τα μεγάλα αφεντικά, προκειμένου ο τρομονόμος τους να ψηφιστεί και να εφαρμοστεί όσο πιο ανώδυνα για αυτούς γίνεται. Έχοντας συμβάλλει αποφασιστικά στην εμφύτευση της μεγάλης ιδέας των ολυμπιακών αγώνων και της σπουδαιότητας του εθνικού αυτού στόχου στην κοινή γνώμη (παρέα πάντα με φανταχτερούς πολιτικούς, απαστράπτοντα στελέχη του «2004» και εθελοντικές μη κυβερνητικές οργανώσεις), ουρλιάζουν όποτε βρεθεί κάποιος να αμφισβητήσει την ικανότητα της χώρας να αναλάβει τη διοργάνωση της καπιταλιστικής αυτής φιέστας με επιχείρημα την «ανεξέλεγκτη δράση τρομοκρατικών οργανώσεων». Δημιουργούν έτσι το καλύτερο άλλοθι για την κατάθεση και ψήφιση του τρομονόμου ασκώντας «κριτική» είτε από δεξιά, είτε από αριστερά, στα πλαίσια δηλαδή του γνωστού δίπολου των συντηρητικών που υποστηρίζουν ανοιχτά τον τρομονόμο παρουσιάζοντάς τον ως αναγκαίο για την δυναμική απάντηση στους συκοφάντες που θέλουν «να μας φάνε την ολυμπιάδα» και των προοδευτικών που σκίζουν τα ρούχα τους για την καταπάτηση των πολιτικών δικαιωμάτων και τελικά συμβιβάζονται -όπως πάντα άλλωστε- με κάποιες «δημοκρατικές τροποποιήσεις» επί του σχεδίου νόμου. Αν στα δημοσιεύματα και τις σχετικές εκπομπές που διαπνέονται από αυτό το πνεύμα προστεθεί και η συνεχής συντήρηση του θέματος της τρομοκρατίας στην Ελλάδα -με ειδήσεις του στυλ η «σκότλαντ γιάρντ περιμένει την ψήφιση του νόμου», «λίστα 10 υπόπτων μελών της 17 Νοέμβρη έχει η CIA», «βρέθηκε η κλούβα που χρησιμοποίησαν οι τρομοκράτες», κτλ, κτλ-, γίνεται ευκολότερα αντιληπτός ο -για άλλη μια φορά ύπουλος- ρόλος των μμε ως μέσων αδρανοποίησης των κοινωνικών αντανακλαστικών απέναντι στις επιθετικές διαθέσεις της κυριαρχίας. Όσο για την ολυμπιακή υστερία, ακόμα δεν είδαμε τίποτα...

Oύ γαρ έρχεται μόνον...
Το κατάλληλο συμπλήρωμα για τη σωστή δοσολογία του τρόμο-κοκτέιλ με το οποίο οι ντόπιοι και ξένοι κρατούντες σκοπεύουν να ποτίσουν, ή καλύτερα να ναρκώσουν τις αντιστεκόμενες κοινωνικές ομάδες και άτομα, είναι το νέο νομοσχέδιο για τις διαδηλώσεις. Το νομοσχέδιο σκοπεύει να εκσυγχρονίσει και να δώσει ευρωπαϊκό αέρα στις παμπάλαιες (κυρίως μεταξικές και απριλιανές) διατάξεις της ελληνικής νομοθεσίας για τις διαδηλώσεις. Σύμφωνα με αυτό λοιπόν, κάθε πορεία ή συγκέντρωση θα πρέπει να έχει έναν επικεφαλή, που θα είναι και ο νόμιμος υπεύθυνος για την τάξη και την εν γένει νομιμότητά της (θαρρείς και είναι βοσκός σε κοπάδι αιγοπροβάτων), ο οποίος οφείλει να συνεργάζεται με τους μπάτσους, ενημερώνοντας τους για το μέρος, την ημερομηνία και την ώρα που αυτή θα γίνει, καθώς και το δρομολόγιο που αυτή θα ακολουθήσει, 48 ώρες πριν!!! Με το ίδιο πάντα σκεπτικό, θα πρέπει να ορίζεται από τα πριν και -θεσμοθετημένη πλέον- ομάδα περιφρούρησης (λέγε με εσωτερική αστυνόμευση) της κάθε διαδήλωσης, τομέας στον οποίο έχουν πρωτοστατήσει τα Κ.Ν.Α.Τ. Εξάλλου, οι συντάκτες του νομοσχεδίου, επικαλούμενοι το κυκλοφοριακό πρόβλημα και τους «αγανακτισμένους» πολίτες και οδηγούς προκειμένου να απαγορεύσουν την πλήρη διακοπή της κυκλοφορίας των οχημάτων στους δρόμους κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων, ουσιαστικά τις αδρανοποιούν, περιορίζοντας τους διαδηλωτές στο πεζοδρόμιο. Η απαγόρευση αυτή συνδυάζεται με τη διάταξη που αποκλείει τη διέλευση των διαδηλώσεων σε μεγάλη ακτίνα (100μ) από κρατικά κτίρια και πρεσβείες, πράγμα που πρακτικά αποτρέπει τις διαδηλώσεις π.χ. στο κέντρο της Αθήνας και άλλων πόλεων. Ένα ακόμα θρασύ και ξενόφερτο σημείο του νομοσχεδίου, είναι η στέρηση του δικαιώματος των διαδηλωτών να ντύνονται «προκλητικά» (!;!), με ομοιόμορφο τρόπο και να κρύβουν το πρόσωπό τους π.χ. με μαντήλια. Και αυτό γιατί, όπως γίνεται άλλωστε στην γερμανία, θεσμοθετείται πλέον η φωτογράφηση και μαγνητοσκόπηση των διαδηλωτών από τους μπάτσους -εργολαβία που είχαν ως τώρα αναλάβει οι δημοσιογράφοι- και όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, τα παιδιά θα πρέπει να μπορούν να ξεχωρίσουν ποιος είναι ποιος. Τέλος, οι προς ψήφιση διατάξεις, καθορίζουν και τους τρόπους αντίδρασης των μπάτσων σε περίπτωση που οι διαδηλωτές ξεφύγουν από την παραπάνω νομιμότητα: όχι μόνο πατροπαράδοτα γκλόμπς, δακρυγόνα, ασφυξιογόνα και αντλίες νερού, αλλά και πυροβολισμοί προς εκφοβισμό στον αέρα!!! Όλες δηλαδή οι καταχρήσεις της αστυνομικής εξουσίας που οι διαδηλωτές τόσα χρόνια ένοιωθαν στο πετσί τους κατά τη διάρκεια των ενοχλητικών πορειών (από τους άγριους ξυλοδαρμούς και το ασφυκτικό ψέκασμα, μέχρι και τις δολοφονίες από όπλα μπάτσων που εκ των υστέρων δικαιολογούνταν ως ακούσιες εκπυρσοκροτήσεις ή εκφοβιστικοί πυροβολισμοί) πλέον νομιμοποιούνται, όποτε μάλλον που θα πρέπει να κάνουμε καλού-κακού τη διαθήκη μας πριν από κάθε πορεία! Πάνω απ΄όλα ανθρωπιστική η σύγχρονη καταστολή...

Με λίγα λόγια, η πληθώρα των άρθρων που καταργούν τα αυτονόητα ως τώρα δικαιώματα των διαδηλωτών, ουσιαστικά αποτελεί ένα ευέλικτο νομικό εργαλείο στη διάθεση του κράτους, έτσι ώστε οποιαδήποτε μη αρεστή συγκέντρωση να χαρακτηρίζεται παράνομη (είτε γιατί ο αριθμός των ατόμων της περιφρούρησης δεν κρίθηκε «ικανός», είτε γιατί κάποιοι από τους διαδηλωτές φοράνε μπλούζες με κουκούλες, είτε γιατί η πορεία περνάει μπροστά από το ταχυδρομείο της πόλης, είτε γιατί...) και άρα να αντιμετωπίζεται βίαια απ΄ την αστυνομία με τη βούλα του νόμου.

Η ήδη σκληρή βία της διεθνοποιούμενης καπιταλιστικής εξουσίας απέναντι στους ανυπάκουους υποτελείς της, εξοπλίζεται νομικά και γίνεται ακόμα πιο απάνθρωπη. Το ελληνικό κράτος δε θα μπορούσε φυσικά να μείνει έξω απ΄ το χορό. Εγκαινιάζοντας με τον περιβόητο τρομονόμο ένα νέο καθεστώς μηδενικής ανοχής αντιδράσεων στα πρότυπα των «ευρωπαϊκών μας εταίρων», συνεχίζει την ακάθεκτη επίθεσή του με το νομοσχέδιο για τις διαδηλώσεις, προκειμένου να αντιμετωπίσει και να αποτελειώσει τα εναπομείναντα αντιστεκόμενα κοινωνικά κομμάτια και στο πλέον φυσικό τους περιβάλλον: το δρόμο.

Γιατί τώρα;
Εύλογο είναι το ερώτημα γιατί οι κυρίαρχοιι επιλέγουν αυτή την κοινωνική συγκυρία για να «περάσουν» τον τρομονόμο και τον νόμο για τις διαδηλώσεις. Ούτε μαζικά κινήματα απειλητικά για την κυριαρχία υπάρχουν αυτήν την στιγμή (και έχουν συμβάλλει και οι συνδικαλιστές «μας» σ΄ αυτό), ούτε μαζικές ένοπλες οργανώσεις δρουν στον ελλαδικό χώρο (όπως δρούσε π.χ. η «Φράξια Κόκκινος Στρατός-RAF» στην γερμανία όταν ψηφίστηκε αντίστοιχος νόμος εκεί. Γιατί λοιπόν τώρα;

Μια εκτίμηση θα μπορούσε να είναι ότι ακριβώς λόγω της απουσίας κοινωνικών κινημάτων που να αμφισβητούν την καπιταλιστική θέσμιση, οι κυρίαρχοι νιώθουν αρκετά σίγουροι για τέτοιους αντικοινωνικούς νόμους. Αν αναλογιστεί κανείς τις χρονικές στιγμές που επιλέχθηκαν προκειμένου να «περαστούν» τρομονόμοι, σήμερα η συγκυρία μοιάζει ως η καλύτερη. Έτσι το 1978, όταν η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας προσπάθησε να θεσμοθετήσει το τερατούργημα της, ήταν πολύ νωρίς αφού οι μνήμες από το αστυνομο-χουντικό κράτος ήταν ακόμη νωπές. Το 1990 πάλι, η εγκληματική κυβέρνηση Μητσοτάκη είχε ήδη συσσωρεύσει κοινωνική αγανάκτηση, που δεν άργησε να εκδηλωθεί τα αμέσως επόμενα χρόνια (με τις καταλήψεις και τις μεγαλειώδεις πορείες των μαθητών, με την ανυπακοή των εργαζομένων στην ΕΑΣ κλπ). Επίσης και λόγω ενδοκαθεστωτικών τριβών, ο τρομονόμος τότε απέτυχε παταγωδώς και καταργήθηκε από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, που ανέλαβε λίγο αργότερα.

Τώρα όμως, το 2001, με μια κυβέρνηση τεχνοκρατών που έχει δείξει ήδη πολλές φορές στο παρελθόν το αυταρχικό της πρόσωπο όταν αναπτύσσονταν κοινωνικά κινήματα (αγρότες, αδιόριστοι, μαθητές κλπ) και με «καλή» αφορμή την Ολυμπιάδα του 2004, όλα μοιάζουν σχετικά έτοιμα. ΜΜΕ, συνδικαλιστές της ΓΣΕΕ (και όχι μόνο), μπάτσοι και κόμματα, έχουν φροντίσει να μην κινείται φύλλο. Τώρα θεωρούν οι αφέντες ότι είναι η ευκαιρία να πάρουν πίσω τα κοινωνικά, εργασιακά και πολιτικά δικαιώματα και τις «ελευθερίες» που είχαν παραχωρήσει τις προηγούμενες δεκαετίες. Τρομονόμοι λοιπόν, νόμος για το ασφαλιστικό, για την υγεία, για τα εργασιακά, για τις διαδηλώσεις. Ότι θεωρούνταν τόσα χρόνια κατεκτημένο από την κοινωνία, θα αρχίσει και πάλι να κλονίζεται.

Γιατί τα δικαιώματα και οι ελευθερίες είναι μια δυναμική ισορροπία ανάμεσα στην κοινωνία και στο καπιταλιστικό κράτος. Όποτε η εξουσία κρίνει ότι η ισορροπία γέρνει προς το μέρος της, το εκμεταλλεύεται για περισσότερες περικοπές δικαιωμάτων και ελευθεριών των πολιτών. Ώσπου να επέλθει και πάλι μια καινούργια ισορροπία πιο κουτσουρεμένων δικαιωμάτων. Στο χέρι μας είναι να απεγκλωβιστούμε από τους φύλακες της σιωπής (ΜΜΕ, συνδικάλες, κόμματα) και να οργανωθούμε με τρόπο που να ακυρώνει κάθε ισορροπία με την εξουσία, υπέρ της κοινωνίας.

Υποκείμενο και τρομονόμος
Αν ειδωθεί ο τρομονόμος ως συμβολική επιβολή μιας σχέσης εξουσίας στο υποκείμενο, ο στόχος του μπορεί να αναγνωστεί ως η εσωτερίκευση μιας εντύπωσης παντοδυναμίας των μηχαγχου και καταστολής. Το υποκείμενο πρέπει να συνειδητοποιήσει, ναι, ακόμη κααδυναμία μπροστά στον μεταμοντέρνο Γολιάθ. Χιλιάδες κάμερες, μπατσοφορεμένα ακουστικά, κουμπιά, υπερυθροδορυφόρογειάσου τεχνολογίες δυναστεύουν τις μικρές μας ζωές. Ο συρφετός εισαγγελέων, μπάτσων, ειδικών αναλυτών DNA, «εντοπίζουν» στο πι και φι τις επικίνδυνες μας σκέψεις και γνωρίζουν όλους τους τρόπους για να τις καταστείλουν πριν γίνουν πράξη. Το «διαφανές κάτεργο» στο οποίο θέλουν να μετατρέψουν την κοινωνία. Κάθε σκέψη αντίστασης θα μοιάζει μάταιη, κάθε φωνή που αντιπαρατίθεται με τον μονόλογο της εξουσίας έχουν ήδη φροντίσει τα ΜΜΕ να σιωπά, κάθε ένοχη σιωπή (που δε ρουφιανεύει, δεν καταδίδει, δεν παπαγαλίζει ξεφτιλισμένα «μάλιστα») θα τιμωρείται ως απροθυμία «συνεργασίας» με το κτήνος.

Το υποκείμενο πρέπει να αισθάνεται αδύναμο και μόνο, η σκέψη για ανατροπή θα πρέπει να απωθηθεί στη σφαίρα της φαντασίας. Δεν είναι έτσι όμως. Όταν το υποκείμενο καταλάβει ότι πάντα θα υπάρχουν οι συμπεριφορές που, παρακάμπτοντας όλο αυτό το κατασκεύασμα των θεσμών της εξουσίας, θα δίνουν ραντεβού στον χώρο της ανυπακοής και της εξέγερσης, τότε τίποτε δεν θα είναι αδύνατο. Γιατί εκεί το υποκείμενο δεν είναι μόνο. Και αυτό ακριβώς είναι που φοβίζει την εξουσία: η αφύπνιση, η συνειδητοποίηση ότι τα πράματα θα μπορούσαν να είναι αλλιώς, η συνένωση της ανυπακοής. Γιατί μέσα από την αλληλεγγύη και την συλλογική αντίσταση χωρίς δομές εξουσίας, γκρεμίζονται οι χάρτινοι πύργοι των τεχνοκρατών, των πολιτικών, των τραπεζιτών και των νομοθετών.

Eπίθεση σε όλα τα μέτωπα. Οι προηγούμενες σελίδες αυτό λένε. Επίθεση. Το ελληνικό κράτος τώρα επιτείθεται και στους δικούς του φιλήσυχους πολίτες. Στο βρώμικο βωμό της "προόδου" και των "κοινών συμφερόντων" εκτελούνται η ελευθερία, η αξιοπρέπεια και η ελπίδα (...ούτως ή άλλως λαβωμένες από καιρό). Οι διευθυντές μετράνε τα εβρώ και επενδύουν στο μέλλον (τους). Στα υπουργεία καταστρώνονται οι επόμενες κινήσεις. Στα αστυνομικά τμήματα γυαλίζονται τα γκλοπ (γιατί αραγε ;;;). Στα κομματικά και συνδικαλιστικά γραφεία δημιουργούν εντυπώσεις, μετράνε ψήφους και ράβουνε τις άσπρες σημαίες που θα ανεμίσουν μόλις αγριέψουν τα πνεύματα.

Να τους κάνουμε επιτέλους να καταπιούν την τσίχλα τους που τώρα με τόση σιγουριά και ειρωνεία μασουλάνε.

Να επιτεθούμε και εμείς...

Επειδή πιστεύουμε οτι σήμερα το νόημα της συγκεκριμένης επετείου έχει εκφυλιστεί, θεωρούμε σκόπιμο να αρχίσουμε με μια μικρή ιστορική αναδρομή για το πώς άρχισαν όλα κάποτε στην αμερική....

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑΣ
Οι εξελίξεις στο εργατικό κίνημα μέχρι το Μάϊο του 1886 στο Σικάγο.

Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1870, η συνδικαλιστική δραστηριότητα οργανώνεται σε συνθήκες παρανομίας. Μόνη νόμιμη οργάνωση είναι το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα που ιδρύεται το 1876 και επικεντρώνεται στις κοινοβουλευτικές σχέσεις, στις εκλογικές συμμαχίες και στον εκλογικό ανταγωνισμό, μη δίνοντας βάση στις μαζικές κινητοποιήσεις και στις απεργίες. Έτσι, αντίθετες με το Σ.Ε.Κ., βρίσκονταν οι αναρχικές και επαναστατικές οργανώσεις των εργατών που απέρριπταν τη συνεργασία με τα κόμματα και τη συμμετοχή στους καθεστωτικούς θεσμούς, ενώ οικειοποιούνταν την παράδοση του κολλεκτιβισμού και του ατομικιστικού αναρχισμού στις Η.Π.Α., έχοντας σαν όραμα την κοινωνική επανάσταση. Μετά την αποτυχία του Σ.Ε.Κ στις εκλογές του 1880, οι επαναστατικές οργανώσεις γίνονται όλο και πιο μαζικές, παραγκωνίζοντάς το. Γίνεται μια σειρά από συνέδρια όπως το Διεθνές Σοσιαλεπαναστατικό Συνέδριο στο Λονδίνο τον Ιούλιο του 1881 και το Σοσιαλεπαναστατικό Συνέδριο στο Σικάγο τον Οχτώβριο του 1881. Δημιουργείται το Επαναστατικό Σοσιαλιστικό Κόμμα (που θα μετονομαστεί σε Μαύρη Διεθνής) και μια Διεθνής Ένωση Εργαζομένων. Στις 14 Οκτωβρίου του 1883, γίνεται ένα Ενοποιητικό Συνέδριο Σοσιαλιστών της βόρειας Αμερικής στο Πίτσμπουργκ. Εκεί υπήρξαν δύο κύριες τάσεις: η ένοπλη τακτική και ο συνδικαλισμός. Τελικά, στο συνέδριο υιοθετήθηκε μια άποψη γνωστή και ως ιδέα του Σικάγο που αναγνώριζε το συνδικάτο ως τη σημαντική εστία δράσης των εργατών, αλλα και την ανάγκη προώθησης βίαιων δυναμικών πρακτικών στη λογική της ανατροπής της καπιταλιστικής κοινωνίας. Τον Ιούλιο του 1884 δημιουργείται το Κεντρικό Εργατικό Συνδικάτο (Κ.Ε.Σ.), αποτελούμενο από εργάτες που έφυγαν από τις καθιερωμένες οργανώσεις. Μέχρι τον Απρίλιο του 1885, στο Κ.Ε.Σ. συμμετέχουν 22 συνδικάτα, απ’ τα οποία τα 11 ήταν τα μεγαλύτερα της πόλης. Κυρίως συμμετέχουν μεταλλουργοί, εργάτες σφαγείων, ξυλεργάτες και επιπλοποιοί. Στα τέλη του 1885, η Μαύρη Διεθνής αριθμούσε 100 παραρτήματα και 6.000 μέλη σόλη τη χώρα. Η περίοδος 1883-1886 ηταν μια περίοδος καταστολής. Τα αφεντικά και οι κρατικές αρχές χρησιμοποιούσαν αστυνομία, στρατό και ένοπλους χαφιέδες για να βιαιοπραγούν πάνω στους εργάτες. Σύντομα λοιπόν πολλοί επαναστάτες συνδικαλιστές άρχισαν να στρέφονται από τη βία ως μέσο άμυνας, στη βία ως συστηματική επιθετική τακτική.

Το αίτημα για οχτάωρη εργασία
Ο μέσος όρος εργασίας για την εποχή ηταν 12 ώρες τη μέρα, 6 μέρες τη βδομάδα, ενώ πολλοί εργάτες δούλευαν έως και 90 ώρες την εβδομάδα! Το 1884, έγινε ένα συνέδριο από τη μη σοσιαλιστική Ομοσπονδία Οργανωμένων Συνδικάτων και Εργατικών Ενώσεων στο Σικάγο, με κεντρικό θέμα το αίτημα του οχταώρου. Συμφωνήθηκε τότε να τεθεί σε ισχύ το οχτάωρο από την 1η Μαίου του 1886. Μέχρι το 1886, η πρόταση αυτή διαδίδεται πλατιά μέσα σ’ ολο το αμερικανικό εργατικό κίνημα. Βέβαια πρέπει να πούμε ότι για κάποιο διάστημα οι επαναστάτες σοσιαλιστές και αναρχικοί εναντιωνόντουσαν στην πρόταση για το οχτάωρο, βλέποντάς την ως ρεφορμιστικό αίτημα. Μόλις στις αρχές του 1886 την υιοθέτησαν κι αυτοί, αλλά ασφαλώς σαν μεταβατικό αίτημα, επιμένοντας στο οτι πρέπει να κατακτηθεί δίχως τη μεσολάβηση καμιάς κεντρικής καμματικής ηγεσίας, στην προοπτική της ανατροπής του καθεστώτος. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι την Κυριακή πριν την Πρωτομαγιάτικη απεργία που είχε αποφασιστεί από πολλά συνδικάτα, οργανώθηκε μια διαδήλωση οπου πήραν μέρος 25.000 άτομα.

Τα γεγονότα του Χέιμαρκετ
Τη 1η Μαίου ξεκίνησε η απεργία στο Σικάγο. Η συμμετοχή εργατών έφτανε τις 65.000, ενώ απεργίες ξεκίνησαν και σε άλλες πόλεις της Αμερικής. Οι ταραχές ξεκίνησαν το απόγευμα της 3ης του Μάη στο εργοστάσιο Mc Cormick Raper Works όπου είχαν συγκεντρωθεί 6.000 απεργοί ξυλεργάτες με σκοπό τη δημιουργία μιας επιτροπής. Μετά απο μια συμπλοκή 200 απεργών με απεργοσπάστες, έφτασε η αστυνομία και άρχισε να πυροβολεί ανεξέλεγκτα τους απεργούς. Φυσικά υπήρξαν 6 νεκροί και τραυματίες. Την επόμενη μέρα ξεκίνησαν νέα επεισόδια. Το ίδιο βράδυ, έγινε μια μαζική ειρηνική συγκέντρωση στο Χέιμαρκετ, οπου συμμετείχαν περίπου 3.000 άτομα. Μετά από διάφορες ομιλίες το πλήθος άρχισε να διαλύεται. Τότε παρουσιάστηκε ένα μεγάλο βοηθητικό σώμα στρατού από 180 αστυνομικούς και επικεφαλή έναν διαβόητο για τις κτηνωδίες του επιθεωρητή. Ένας λοχαγός διέταξε να διαλυθεί η συγκέντρωση και του απάντησαν ότι η συγκέντρωση ήταν ειρηνική. Καθώς αυτός στράφηκε στους άντρες του για να δώσει διαταγή να επιτεθούν, μια βόμβα εκτοξεύτηκε πίσω από το το αμάξι των ομιλητών και εξεράγη εκεί που στέκονταν οι αστυνομικοί σκοτώνοντας 7 και τραυματίζοντας 66. Επικράτησε πανικός. Τα γεγονότα μαθεύτηκαν πολύ γρήγορα και υπήρξε μεγάλη αναστάτωση. Στις 27 Μαίου, το κακουργοδικείο συνεδρίασε και περιέλαβε στο κατηγορητήριο για το φόνο του αστυνομικού Ματίας Τζ. Ντήγκαν, που είχε σκοτωθεί απ’ τη βόμβα στο Χέιμαρκετ, τον Αλμπερτ Πάρσονς, τον Αύγουστο Σπάις, τον Μάικλ Σουώμπ, τον Σάμουελ Φήλντεν, τον Τζώρτζ Ένγκελ, τον Αντολφ Φίσερ, τον Όσκαρ Νημπ και τον Λούις Λινγκ. Όλοι τους αποτελούσαν τις πιο γνωστές μορφές στο χώρο των αναρχικών του Σικάγο. Η δίκη τους άρχισε στις 21 Ιουνίου και διήρκησε 2 μήνες. Ο τρόπος που διαλέχτηκάν οι ένορκοι δεν ήταν ο συνηθισμένος της τυχαίας κλήρωσης, αλλά από έναν κλητήρα. Με την εξέλιξη της υπόθεσης, οι οκτώ κατηγορούμενοι κατέληξαν να δικάζονται για τις ιδέες τους. Στις 11 Νοεμβρίου του 1887, τη Μαύρη Παρασκευή, οι κρατούμενοι κρεμάστηκαν στη φυλακή.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου